«Έχω περάσει πολλές υπέροχες γιορτές. Με παρέες, κέφια, γλέντια, ποτά και γέλια. Έχω περάσει γιορτές μέσα σε τηλεοπτικά πλατό, με συναδέλφους και αγνώστους, δουλεύοντας. Έχω περάσει πρωτοχρονιά μόνος μου, χωρίς καμιά διάθεση και άλλες με λίγους καλούς φίλους. Έχω περάσει καλά και έχω ζοριστεί – ειδικά τα τελευταία χρόνια. Έχω γελάσει κι έχω κλάψει, έχω χάσει δικούς μου ανθρώπους για πάντα και έχω βρει άλλους που ελπίζω να μείνουν κοντά μου για καιρό ακόμα.
Αν υπάρχει κάτι που θέλω να ευχηθώ σε όλες και όλους είναι να κάνετε πάντα αυτό που θέλει η καρδιά σας, να μην φοβάστε να κυνηγήσετε τα όνειρά σας και να μην χάνετε τον χρόνο σας σε καταστάσεις ή με ανθρώπους που δεν σας εκφράζουν. Υγεία, χαρά, χαμόγελα, καλούς φίλους και αισιοδοξία – το τελευταίο μου πήρε χρόνια να το μάθω, αλλά είναι φάρμακο… Ξέρω, η κρίση έφερε τα πάνω κάτω, όλα έχουν γίνει πιο δύσκολα, έχω ζοριστεί κι εγώ πολύ, αλλά αυτό που τελικά μετρά είναι ότι είμαστε ακόμα alive & kicking! Καλά Χριστούγεννα και καλή χρονιά. Εύχομαι το 2018 να βρούμε όλοι την άκρη που ψάχνουμε! Α! Και καλά ταξίδια, πραγματικά ή φανταστικά.»
Ορέστης, ήρωας της Ιφιγένειας Κολλάρου από το μυθιστόρημα «Ο τελευταίος του Πάρτι», εκδόσεις Λιβάνη.
Αν υπάρχει κάτι που θέλω να ευχηθώ σε όλες και όλους είναι να κάνετε πάντα αυτό που θέλει η καρδιά σας, να μην φοβάστε να κυνηγήσετε τα όνειρά σας και να μην χάνετε τον χρόνο σας σε καταστάσεις ή με ανθρώπους που δεν σας εκφράζουν. Υγεία, χαρά, χαμόγελα, καλούς φίλους και αισιοδοξία – το τελευταίο μου πήρε χρόνια να το μάθω, αλλά είναι φάρμακο… Ξέρω, η κρίση έφερε τα πάνω κάτω, όλα έχουν γίνει πιο δύσκολα, έχω ζοριστεί κι εγώ πολύ, αλλά αυτό που τελικά μετρά είναι ότι είμαστε ακόμα alive & kicking! Καλά Χριστούγεννα και καλή χρονιά. Εύχομαι το 2018 να βρούμε όλοι την άκρη που ψάχνουμε! Α! Και καλά ταξίδια, πραγματικά ή φανταστικά.»
Ορέστης, ήρωας της Ιφιγένειας Κολλάρου από το μυθιστόρημα «Ο τελευταίος του Πάρτι», εκδόσεις Λιβάνη.
Μια κηδεία, μια παρέα με λαμπρό παρελθόν, στάσιμο παρόν και θολό μέλλον, ένας μεγάλος έρωτας σε παρακμή, ένας νεοάνεργος μεσήλικας με τα υπαρξιακά του σε έξαρση, μια μεγαλοκοπέλα που φοβάται τη δέσμευση και μια χώρα σε κρίση.
Σε μια εποχή περικοπών όλα είναι σε ύφεση και υπό διαπραγμάτευση: συναισθήματα, όνειρα, σχέσεις. Οι ισορροπίες χάνονται, τα υπαρξιακά γιγαντώνονται και τα ερωτηματικά κάνουν παρέλαση. Η αβεβαιότητα και το παράλογο γίνονται μέρος της καθημερινότητας και ο καθένας ψάχνει τους δικούς του μηχανισμούς επιβίωσης.
Σε μια εποχή περικοπών όλα είναι σε ύφεση και υπό διαπραγμάτευση: συναισθήματα, όνειρα, σχέσεις. Οι ισορροπίες χάνονται, τα υπαρξιακά γιγαντώνονται και τα ερωτηματικά κάνουν παρέλαση. Η αβεβαιότητα και το παράλογο γίνονται μέρος της καθημερινότητας και ο καθένας ψάχνει τους δικούς του μηχανισμούς επιβίωσης.
Μια παραλία με λευκή, ψιλή άμμο, μια καλοκαιρινή νύχτα με πανσέληνο. Στη μια της άκρη ένα μικρό μπαράκι. Μουσική ρέγκε, αγόρια και κορίτσια που χορεύουν ξυπόλυτα στην παραλία, ζευγάρια που φιλιούνται παθιασμένα... Ένα ψηλόλιγνο, όμορφο αγόρι, γύρω στα είκοσι, προχωρά γεμάτο αυτοπεποίθηση στην ακροθαλασσιά. Στο ένα χέρι ένα μπουκάλι βότκα καπελωμένο με πλαστικά ποτήρια. Στο άλλο μια σακούλα με πάγο, που αφήνει στο διάβα της σταγόνες νερού. Φτάνει στην άλλη άκρη της παραλίας, πλησιάζει μια παρέα που ’ναι αραχτή στην άμμο και κάθεται κι εκείνος. Μοιράζει ποτήρια, γεμίζει πάγο και βότκα. Υψώνουν τα ποτήρια. «Στους πιο όμορφους, στους πιο έξυπνους, στους πιο ικανούς, δηλαδή σ’ εμάς!» λέει και πίνουν όλοι γελώντας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου