Αγαπημένε μου ιδανικέ αναγνώστη
Σου γράφω για να σου συστήσω –όχι τον
εαυτό μου, όχι– μα το βιβλίο μου, το Πορτραίτο. Είναι το τρίτο μου παιδί και ως
μικρότερο είναι και το πιο χαϊδεμένο. Ζωηρό παιδί από τα γεννοφάσκια του. Δεν
ησυχάζει λεπτό στο ράφι. Οι καημένες οι πωλήτριες των βιβλιοπωλείων, το βάζουν
από δω, το τοποθετούν από κει, το στολίζουν, το κανακεύουν αλλά πώς τα
καταφέρνει, να αναπηδά και να προσγειώνεται στα χέρια των βιβλιόφιλων, είναι
ανεξήγητο. Ή μήπως όχι; Αρχικά να σας αποκαλύψω πως είναι φαγανό, ολόκληρες
πεντακόσιες τριάντα σελίδες. Έπειτα είναι καλοντυμένο. Όμορφα χρώματα στο
εξώφυλλο, υπέροχο χαρτί και γραμματοσειρά, που όσο να πεις βγάζουν μάτι.
Λοιπόν; Πώς γεννήθηκε τούτο το αξιολάτρευτο διαβολάκι;
Φτιάχτηκε από ακριβές και συγκινητικές
αναμνήσεις, παλιές αλήθειες και περιπέτειες που όλοι μας κάπου έχουμε
ξανακούσει. Από παππούδες, από γιαγιάδες, από γονείς, θείους, κουμπάρες και
ξαδέρφια. Τις ψιθυρίζουν οι άνεμοι των καιρών και των τόπων. Μοιάζουν γνώριμες
στο μυαλό μα περισσότερο στην καρδιά μας. Τις αγαπάμε. Έλα όμως που πάντα το
παλιό αποζητά το καινούριο. Μαζί είναι αχτύπητο δίδυμο. Έτσι και στο Πορτραίτο
μου, το παρόν συνομιλεί με το παρελθόν και παρέα κεντάνε το μέλλον.
Επιστρέφουμε σε άλλες εποχές και με τη μηχανή του χρόνου και του έρωτα,
μικραίνουμε κι αντικρίζουμε με παιδικά μάτια, τον πόλεμο κι όλα τα δεινά που
αυτός προκαλεί στον κόσμο. Γινόμαστε σκιές σε σκονισμένα κάδρα, φιγούρες από
ξεθωριασμένο χαρτί. Πρόσφυγες. Μετανάστες. Φεύγουμε διαρκώς. Αναζητάμε. Ακουμπάμε
τον άνθρωπο και τις ρίζες του. Γέρνουμε στην αγάπη. Ξεκουραζόμαστε.
Εγκαταλείπουμε την Κρήτη και ταξιδεύουμε στο Παρίσι. Περιφερόμαστε μαγεμένοι.
Θαυμάζουμε. Νοσταλγούμε. Κρυφοκοιτάζουμε από την κλειδαρότρυπα της μνήμης, έναν
αγνό ανεκπλήρωτο έρωτα να κινεί τα νήματα της ιστορίας. Ο έρωτας του ήρωα για
την ανήλικη Αρετούσα του, δεν είναι παρά ο έρωτας για τη χαμένη πατρίδα: «μου
λείπεις, αχ μου λείπεις, μου λείπει το χωριό μου, το σπίτι που άφησα πίσω.
Γιατί το σπίτι είναι δέρμα. Ξύνεις σοβά και βρίσκεις φλέβες. Φωτογραφίες
αγκαλιά με το καρφί στον τοίχο. Χαρές και λύπες στο μπαούλο και λόγια
ανομολόγητα στη φυλακή του αίματος.» Αυτό είναι το Πορτραίτο. Κι όπως
διαβάζουμε στις σελίδες του: Ο έρωτας είναι από μόνος του ένα θαύμα, δεν έχει
πατρίδα, ούτε κανόνες και δεδομένη γλώσσα· η καρδιά θα τον επινοήσει ούτως ή
άλλως, σαν τον τόπο που είναι εκ γενετής ο προορισμός της.
Αν επιθυμείς κι εσύ ιδανικέ μου
αναγνώστη, να κάνεις ένα ταξίδι που θα σε συνεπάρει, που θα σου θυμίσει
πράγματα μισοξεχασμένα, που θα σε βάλει στην άβολη αλλά τόσο ζωογόνα διαδικασία
να θέλεις να ονειρευτείς, να δακρύσεις, να ερωτευτείς –με δυο λόγια να
νιώσεις–, πάρε το βιβλίο μου μια βόλτα
στην καρδιά σου.
Δείτε περισσότερα για το βιβλίο και την συγγραφέα ΕΔΩ |
Τα φθινοπωρινά απογεύματα μια παράξενη θλίψη απλώνεται στα βουλεβάρτα. Το νερό της βροχής ξεπλένει ιστορίες και πόθους και όνειρα. Από την πλατεία Μαντελέιν μέχρι τον σιδερένιο Πύργο, ακούγεται αχνά ένα μονότονο τραγούδι.
Ποτέ δεν θα θυμόταν τι έγινε ακριβώς στη συνέχεια. Αισθάνθηκε μόνο μια υπόγεια ενέργεια να την τραβάει προς τα πίσω. Την ενέργεια μιας ψυχής που φώναζε: «Κοίτα με, πάμε μια βόλτα μαζί στη βροχή, να πιούμε, να γελάσουμε, ν’ αγκαλιαστούμε… Μου λείπεις τόσο κι ας μη σε ξέρω. Ο χρόνος ποτέ δεν φτάνει για ν’ αγαπήσεις και ν’ αγαπηθείς. Ο χρόνος πάντα υπερβάλλει. Τρέχει με ασύλληπτη ταχύτητα και μένει ακίνητος στο σύμπαν. Ας υπερβάλλουμε κι εμείς. Έλα κοντά μου».
Παρίσι. Μια βόλτα στη βροχερή Βαστίλη. Ένα τυφλό τρομοκρατικό χτύπημα. Δυο άγνωστοι που το τέρας της βίας ενώνει για πάντα.
Αστράκι. Στην άλλη άκρη της Ευρώπης, σ’ ένα μικρό χωριό που δεν υπάρχει στον χάρτη της Κρήτης, η Σοφία, προσπαθώντας να ξεφύγει από τον εφιάλτη, ρίχνεται αντίστροφα στο ρέμα του χρόνου. Ανοίγει τις πόρτες της μνήμης. Με όχημα το πορτραίτο ενός άνδρα, ταξιδεύει στο παρελθόν, και στο καθρέφτισμά του αντικρίζει το μέλλον της.
Με μια συγκινητική εξιστόρηση, μέσα απ’ τα μάτια ενός παιδιού, αναβιώνει τα χρόνια της Κατοχής, της πείνας, του ξενιτεμού. Ζει τον απαγορευμένο έρωτα του Γιώργη για την Καλλιόπη και παίρνει ένα πολύτιμο μάθημα. Ο άνθρωπος είναι εν δυνάμει μετανάστης. Κανένας τόπος και κανένας πόλεμος δεν είναι ικανός να ξεριζώσει από την καρδιά του την αγάπη για ό,τι αφήνει πίσω του. Όλη του τη ζωή επιστρέφει «σπίτι». Γιατί το σπίτι είναι δέρμα. Ξύνεις σοβά και βρίσκεις φλέβες. Φωτογραφίες αγκαλιά με το καρφί στον τοίχο. Χαρές και λύπες στο μπαούλο και λόγια ανομολόγητα στη φυλακή του αίματος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου