ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΥ
για το "Πάροδος Μουσών 9" από τις εκδόσεις Πνοή.
Το βιβλίο μου «Πάροδος Μουσών 9» είχε σαν αφορμή την βαθιά αγάπη μου για την πατρίδα μου την Βέροια και στόχο να περιγράψει την ζωή στην αγαπημένη μου πόλη τις δεκαετίες του ’60 και του ’70, όταν έμενα εγώ εκεί. Με πολλές αναφορές σε πραγματικά γεγονότα της παιδικής μου ηλικίας δημιουργείται μια τοιχογραφία, ένα είδος σκηνικού, μέσα στο οποίο ζουν μια μητέρα, η Ουρανία, και οι τρεις κόρες της, όλες με ονόματα μουσών, των οποίων οι ιστορίες έχουν πολλά στοιχεία από τις πραγματικές ιστορίες γυναικών του στενού και ευρύτερου οικογενειακού μου περιβάλλοντος.
Κατά την διάρκεια της συγγραφής του έζησα έντονες συγκινήσεις καθώς βίωνα και πάλι στιγμές και γεγονότα της δικής μου προσωπικής ζωής, ένα είδος προσκυνήματος στην παιδική μου ηλικία. Μέσα στις «Μούσες» εμφανίζονται πρόσωπα από το πρώτο μου βιβλίο, «Το βαλς μιας ζωής», είναι δηλαδή ένα είδος συνέχειας εκείνου χωρίς αυτό να του στερεί την αυτονομία του ενώ το τρίτο μου βιβλίο με τον προσωρινό τίτλο «Δωροθέα» (το οποίο ευελπιστώ να έχει κυκλοφορήσει μέχρι το τέλος του χρόνου) έρχεται να κλείσει αυτήν την άτυπη τριλογία.
Παραθέτω ένα μικρό απόσπασμα από το «Πάροδος Μουσών 9», ελπίζω κι εύχομαι να σας κινήσει το ενδιαφέρον να το διαβάσετε, να κάνετε ένα νοσταλγικό ταξίδι στο παρελθόν και να ταξιδέψετε στη ζωή των ηρωίδων του κι ευχαριστώ πολύ την Άννα Πατέρα, διαχειρίστρια της ομάδας «Με αρέσει το βιβλίο ΑΦΟΥ», για το βήμα έκφρασης που μου παραχώρησε.
«Η Ουρανία απόμεινε να κοιτάζει την κλειστή πόρτα ασάλευτη. «Αυτό ήταν», σκέφτηκε. «Μου έφυγε, την έχασα, το ’χασα το μωρό μου». Ξαφνικά τα πόδια της κινήθηκαν αυτόνομα, το χέρι της έπιασε το χερούλι της πόρτας χωρίς να δώσει εκείνη την εντολή, και ξεχύθηκε στην αυλή φωνάζοντας το όνομα του παιδιού της. Μα δεν ακούστηκε τίποτε, ήταν η ψυχή της που ούρλιαζε. Έτρεχε τρελαμένη, τυφλή, με τα μάτια θολά από τα δάκρυα. Στη μεγάλη πόρτα της αυλής σταμάτησε. Αρπάχτηκε από το σιδερένιο κάγκελο ξέπνοη. Είδε στο τέλος του δρόμου, θαμπά, τις δυο φιγούρες να απομακρύνονται. «Κλειώ» φώναξε με απόγνωση. «Κλειώ μου».
Μα και πάλι δεν ακούστηκε κανένας ήχος. Έβλεπε την Κλειώ να φεύγει με το ένα της χεράκι στη χούφτα της Μάρως και το άλλο να κρατά την καινούρια κούκλα που της είχε φέρει η θεία της. Κι εκείνη δάγκωνε τα χείλη για να μην ουρλιάξει και έσφιγγε το παγωμένο σίδερο της πόρτας μέχρι που άσπρισαν οι κόμποι στα δάχτυλά της».
Δείτε περισσότερα για το βιβλίο και τη συγγραφέα ΕΔΩ |
Δεκαετίες ’60 και ’70 σε μια αυλή στην πάροδο Μουσών 9, στην πανέμορφη Βέροια. Μικρά, γραφικά σπιτάκια τριγύρω και μια θεόρατη μουριά στη μέση. Ποια πορεία σχεδίασαν οι Μοίρες για τα τρία κορίτσια; Σε ποια μονοπάτια άφησαν τα χνάρια τους οι Μούσες;
Διαδρομές απρόβλεπτες, πορείες τεθλασμένες. Με μόνο σταθερό σημείο αναφοράς έναν αριθμό: το εννιά στην πάροδο Μουσών.
Ευχαριστώ θερμά και συγχαρητήρια για την τόσο όμορφη πρωτοβουλία σας!
ΑπάντησηΔιαγραφή