ΝΑΤΑΣΣΑ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ
για το "ΒΑΡΙΑΝΤΑ"
από τις εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ.
Τα Κυριακάτικα μεσημέρια είναι πάντοτε νωθρά.
Μου δίνουν την αίσθηση ενός χρόνου που σταδιακά παγώνει χωρίς να με
εγκαταλείπει. Εκείνο το μεσημέρι διάβασα λίγο. Άκουσα μουσική. Πέντε-έξι
αγαπημένα μουσικά ακούσματα και μετά podcast. Τα αγάπησα πολύ αυτά. Είναι
άμεσα, θεατρικά και απίστευτα βολικά. Δυνάμωσα την ένταση και ξεκίνησα να
τακτοποιώ τις εκκρεμότητές μου. Μα, δεν τα κατάφερα.
Η φωνή της
αφηγήτριας με καθήλωσε. Η ιστορία ήταν εφιαλτική. Συγκλονισμένη αναζήτησα το
σημειωματάριό μου. Άκουσα το ίδιο podcast αρκετές φορές. Η Κυριακή είχε
αλλάξει πρόσωπο κι έπαιρνε το σχήμα μιας εξακολουθητικής απουσίας. Αυτό μιας
γυναίκας που για χρόνια ζούσε με την κακοποίηση. Που δεν είχε κανέναν να την
στηρίξει. Να της συμπαρασταθεί. Να την σηκώσει από το πάτωμα.
Σαφώς κι
είχα ακούσει, είχα διαβάσει κάμποσες ανάλογες ιστορίες περί κακοποίησης. Όπως
όλοι μας, άλλωστε. Είχα κι εγώ τις ίδιες απορίες. Τα ερωτηματικά. Τα «πώς» και
τα «γιατί». Η σκέψη μου για μέρες γύριζε γύρω από εκείνο τo ηχητικό ντοκουμέντο. Μήπως είχα βρει
το θέμα για το μυθιστόρημα που ήθελα να γράψω; αναρωτήθηκα. Από πού θα
ξεκινούσα;
Έτσι
άρχισα την έρευνα. Δύσκολο έργο. Κανείς δεν είναι πρόθυμος να μιλήσει γι` αυτό
το θέμα. Πώς πλησιάζεις έναν άνθρωπο όταν γνωρίζεις πως έχει επιβιώσει από ένα
ναυάγιο; Όταν είναι επιζών βουτηγμένος
σε ένα διαρκές πένθος; Ναι, για πένθος πρόκειται. Ένα κακοποιημένο άτομο πενθεί
την αξιοπρέπειά του, την ηθική του, τα συναισθήματά του, την περηφάνια και τα
δικαιώματά του.
Η
συνάντηση με τις πραγματικές ηρωίδες του βιβλίου μου, φανέρωσε την αλήθεια στα
μάτια τους. Υπήρχε μια πάχνη μέσα τους, κουρνιασμένη από καιρό που ερχόταν σε
απόλυτη αντίθεση με το υπόλοιπο παρουσιαστικό τους. Είχα μπροστά μου τρεις
διαφορετικές γυναίκες, όμορφες, έξυπνες, αξιόλογες κι όμως, τόσο αδικημένες.
Η διάρκεια
της συγγραφής ήταν δύσκολη. Θύμωσα αρκετά. Με όσα είχαν συμβεί στις ηρωίδες
μου, με την κοινωνία, με τα στερεότυπα, την πατριαρχία, με τους «τιμωρούς
τους», με τα κλειστά στόματα, με τους γείτονες που καμώνονταν τους κουφούς και
τους τυφλούς, με τις νουθεσίες και τα κηρύγματα γνωστών και φίλων, με τις
υπεκφυγές και τις μεταχρονολογημένες «συγγνώμες» . Οι γυναίκες που συνάντησα
είχαν περάσει κάθε στάδιο του πένθους τους. Το είχαν βιώσει στο πετσί τους κι
αυτό έτρεμε το άγγιγμα. Την επαφή.
Οι
γυναίκες που κατοικούν στη «Βαριάντα» είναι πραγματικές. Η ιστορία αυτή τους
ανήκει. Τόλμησαν να κάνουν την κίνηση «ματ». Την έξοδο από τους εφιάλτες τους.
Αυτό είναι το νόημα πίσω από τη «Βαριάντα».
Η αλλαγή που πρέπει να δούμε. Ο τρόπος σκέψης που πρέπει να αλλάξουμε.
Τα στεγανά από τα οποία οφείλουμε να απεγκλωβιστούμε. Η αλήθεια που αρνούμαστε
να κοιτάξουμε κατάματα.
Να το
διαβάσετε ή όχι; Δική σας η επιλογή. Δεν θα καταθέσω επιχειρήματα. Μόνο τρία
γυναικεία ονόματα. Ευγενία, Ιουλία, Μάρα. Οι αιτίες κι οι λόγοι στη
«Βαριάντα».
Σας
ευχαριστώ θερμά.
«Δεν είσαι πιόνι. Σε
κανένα παιχνίδι. Είσαι γυναίκα, βασίλισσα, πολεμίστρια και αμαζόνα. Κι από δω
και στο εξής κάθε παιχνίδι θα το ορίζεις εσύ και η άμυνά σου θα σε οδηγεί πάντα
σε ρουά ματ. Με όποια Βαριάντα κι αν επιλέξεις να ακολουθήσεις».
Απόσπασμα
«Δεν
κοιμάμαι πια. Οι νύχτες απλώνουν, γίνονται λύκοι και κυλιούνται στο μαύρο χιόνι
της ψυχής μου. Ξεσκίζουν τη σάρκα μου με τα δόντια τους κι εγώ μένω ακίνητη,
άλαλη, γιατί το ξέρω πως, αν φωνάξω, αν ουρλιάξω, αν ζητήσω βοήθεια, κανείς δε
θα με ακούσει. Διαλύονται τα χρόνια μου, μαδάνε όπως οι κουρτίνες της υπομονής
μου. Γι’ αυτό το σκέφτηκα καλά. Πολύ. Δεν έχω περιθώρια γι’ ακόμα μια δόση
λαθραίας ζωής. Βαρέθηκα να ανασαίνω στα κλεφτά. Θα μάθω να ζω από την αρχή. Θα
χωρίσω. Θα υποβάλω αίτηση διαζυγίου και θα φύγω από δω μέσα. Το πήρα απόφαση.
Μίλησα με τους υπεύθυνους στον ξενώνα φιλοξενίας για γυναίκες σαν εμένα.
Κακοποιημένες. Με κατάλαβαν. Είμαι μια από τις τόσες, τις πολλές. Από εκείνες
που προσεύχονται να στενέψουν οι νύχτες. Να μας χωρέσουν τα κρεβάτια μας. Τα
σώματά μας.»
Δείτε περισσότερα για το βιβλίο και την συγγραφέα ΕΔΩ |
Τρεις γυναίκες εγκλωβισμένες στον κλοιό της βίας, βασίλισσες σε μια παρτίδα σκάκι που τις εξαναγκάζει σε απρόβλεπτες κινήσεις. Οι βασιλιάδες τους, έπειτα από μια σειρά αποτρόπαιων δολοφονιών, εντοπίζονται νεκροί. Πρόκειται για ματ της τελευταίας γραμμής ή για ματ των ανόητων; Ποιος κινεί αυτές τις βασίλισσες; Ποιος ενορχηστρώνει τούτη τη θανάσιμη βαριάντα;
Διέγραψα τη λέξη «φόβος» από το λεξιλόγιό μου. Οριστικά. Μαζί της φρόντισα να αποβάλω και κάποιες άλλες που είχαν θέσει τη ζωή μου σε μόνιμη καταστολή, όπως την ταπείνωση, την απόρριψη, την εξάρτηση.
Η αστυνομία παρατάσσει τους αξιωματικούς της, μα ο δολοφόνος φαντάζει ασύλληπτος. Τα θύματα μετατρέπονται σε θύτες ή μήπως συμβαίνει το αντίθετο; Οι βασίλισσες θυσιάζουν και θυσιάζονται. Ποια βαριάντα θα τις οδηγήσει στο πολυπόθητο ρουά ματ;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου