ΣΥΝΑΞΑΡΙΑ ΤΗΣ ΜΙΚΡΗΣ ΠΑΤΡΙΔΑΣ
ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ
Στα Συναξάρια της μικρής πατρίδας, παρακολουθούμε
την πορεία των ηρώων που γνωρίσαμε στα δύο προηγούμενα βιβλία της τριλογίας, να
συνεχίζουν να παλεύουν για την ελευθερία με ακόμα μεγαλύτερο πάθος στην
σκλαβωμένη Μακεδονία, που βρισκόταν υπό τον Τουρκικό ζυγό αλλά και τις βλέψεις
μιας μεγαλύτερης Βουλγαρίας.
Παρουσιάζετε ο ενεργός ρόλος των
ανδρών, γυναικών, ακόμη και παιδιών. Όλοι οι ήρωες ανεξαρτήτως ηλικίας,
βιοτικού αλλά και μορφωτικού επιπέδου, ενώνονται για τον ίδιο σκοπό, για να
δουν την δική τους Γη, την Μακεδονία ελεύθερη. Τα παιδιά τους να μπορούν να
μιλάνε την γλώσσα τον προγόνων τους.
Ένας πόλεμος δεν κερδίζεται μόνο με
τα όπλα και την μάχη, αλλά και με τα γράμματα. Προσπαθούν να σβήσουν κάθε
Ελληνικό στοιχείο, όμως δασκάλες όπως η Αρετή, με κίνδυνο την ίδια τους την
ζωή, διδάσκουν με πάθος ώστε να μάθουν γράμματα σε κάθε παιδί και να
μεταλαμπαδεύσουν την Ελληνική ιστορία.
Δύσκολος ο ρόλος τους, μιας και όχι
μόνο έχουν ελάχιστα βιβλία, αλλά πρέπει να παλέψουν με τον εχθρό. Έναν εχθρό
ύπουλο, που χτυπά ανεξέλεγκτα, χωρίς να δείξει έλεος. Αναγκάζονται από δασκάλες
να μεταμορφωθούν σε πολεμιστές, κρατώντας οι ίδιες όπλα στα χέρια τους, κάτω
από αντίξοες συνθήκες, μέσα στην βροχή, στο χιόνι, στα βουνά, μέσα σε βούρκους,
ώστε να υπερασπιστούν τους μαθητές τους, το σχολείο τους, αλλά και τους
ανθρώπους του χωριού που πλέον ήταν όλοι τους μια οικογένεια.
Ποτέ δεν θα ακουστεί παράπονο από τα
χείλη τους, κάθε φορά που τους ζητούν την βοήθεια για να σωθούν ανθρώπινες
ζωές, βρίσκονται εκεί, χωρίς να σκεφτούν ούτε μία φορά την ίδια τους την ζωή.
Πολλές δασκάλες σκοτώθηκαν, κάηκαν
ζωντανές, τις διαμέλισαν, τις έγδαραν για να σπείρουν τον φόβο, μόνο που δεν
κατάλαβαν πως αυτό ήταν που πείσμωνε τις υπόλοιπες και τις έκαναν πιο δυνατές
και πιο αποφασισμένες. Έστω και μία λέξη Ελληνική να μάθαιναν στα παιδιά, ήταν
μεγάλη ικανοποίηση για εκείνες.
Μέσα σε έναν πόλεμο, τα παιδιά
πληρώνουν το μεγαλύτερο κόστος. Οι φτερούγες αντί να ανοίγουν για να πετάξουν
μακριά, τσακίζουν μέρα με την μέρα και η πείνα καθώς και οι αρρώστιες τα
εξαφανίζουν. Πολλές φορές χάνουν την ζωή τους μόνο και μόνο επειδή είναι παιδιά
της Μακεδονικής Γης. Κάποια βρέθηκαν κρεμασμένα, μαχαιρωμένα, κάποια κοριτσάκια
βιασμένα μπροστά στα μάτια των μητέρων τους. Τι να εξηγήσει μια δασκάλα σε
αυτές τις αθώες ψυχές που κρέμονται από τα χείλη τους, αφού κάποια από αυτά, ως
μητέρες τους τις βλέπουν μιας και είχαν μείνει ορφανά. Ανοίγουν την αγκαλιά και
προσφέρουν την αγάπη απλόχερα και αβίαστα σε αυτές τις μικρές απροστάτευτες
ψυχές. Γίνονται από δασκάλες, μητέρες.
Συναντάμε γυναίκες εθελόντριες, που
θυσιάζουν την προσωπική τους ζωή και μπαίνουν ενεργά στη μάχη. Έχασαν πατέρα,
αδερφούς, συζύγους αλλά εκείνες αποφάσισαν πως έπρεπε να δοθεί ένα τέλος.
Γυναίκες όπως η Φωτεινή, η άλλη
ηρωΐδα, που ξεριζώθηκε από την πόλη που
γεννήθηκε, μεγάλωσε και αγάπησε, βρέθηκε στην Θεσσαλονίκη ψυχικά διαμελισμένη,
έχοντας ήδη μία μεγάλη απώλεια, τον αδερφό της.
Η απώλεια αυτή στιγμάτισε την καρδιά
της και ήταν η αφορμή να παίρνει κάθε μέρα δύναμη και κουράγιο για να δώσει την
δική της μάχη. Μια μάχη που εγκυμονεί μεγάλους κινδύνους για την ίδια. Πόσα
κρυφά δρομολόγια έπρεπε να εκτελέσει με την ιδιότητα της νοσοκόμας, ώστε να
μεταφέρει απόρρητα έγγραφα του προξενείου σε θέσεις κλειδιά; Δεν τα μετρούσε
πλέον.
Πόσες φορές η ίδια κινδύνευσε,
βρέθηκε να παλεύει για την ζωή της, να βρίσκεται στα πρόθυρα του Θανάτου, αλλά
και πάλι μόλις ανακτά τις δυνάμεις της να βρίσκεται στο πλευρό όσων την είχαν
ανάγκη. Να περιθάλπει και να ανακουφίζει τον πόνο των άλλων, να βρίσκεται πάντα
δίπλα τους, ξεχνώντας την δική της κούραση. Να βρίσκεται μακριά από τους
αγαπημένους της και να αγωνιά κάθε στιγμή για εκείνους, αλλά μπροστά στον ιερό
σκοπό, όλα έμπαιναν σε δεύτερη μοίρα.
Ο Λευτέρης και ο Μάνος, Μακεδόνας ο
πρώτος και Κρητικός ο δεύτερος. Από διαφορετικές πατρίδες, διαφορετικές νοοτροπίες,
διαφορετική ντοπιολαλιά και όμως άνδρες σαν και αυτούς ενώθηκαν. Τους ένωσαν οι
απώλειες που βίωσαν, αλλά και ο κοινός τους σκοπός, μια ελεύθερη πατρίδα,
ενωμένη με την υπόλοιπη Ελλάδα. Αυτό ήταν το μεγάλο τους όνειρο.
Αδυσώπητος και άγριος ο αγώνας, η γη
μάτωνε κάθε μέρα, αλλά εκείνοι πολέμησαν με τα λιγοστά τους όπλα και εφόδια,
τσακισμένοι από την πείνα και την κακουχία, με νέα τραύματα κάθε φορά μετά από
κάθε μάχη, με νέες απώλειες. Υπήρχαν πολλοί που πίστευαν πως αυτοί οι άνδρες θα
τα εγκατέλειπαν γρήγορα, μιας και η βοήθεια από την Ελλάδα καθυστερούσε, αλλά
εκείνοι πολεμούσαν με την ψυχή τους, για τον ιερό τους σκοπό.
Το όνειρο και την ελπίδα, που κάποιες φορές πήγαινε να
σβήσει βρισκόταν συχνά κάποιος να την αναπτερώσει, όπως ο Παύλος Μελάς, ο καπετάν Άγρας, ο
Γερμανός Καραβαγγέλης, αλλά και οι απλοί χωρικοί που τους βοηθούσαν με κάθε
μέσο.
Δεν τα παράτησαν ποτέ τους και χάρη
σε όλους εκείνους, που η καρδιά τους χτυπούσε Ελληνικά η ελπίδα δυνάμωνε. Μία
μάχη, που ίσως φαινόταν άνιση στα μάτια κάποιων, λάθεψαν και δεν υπολόγισαν πως η δύναμη ψυχής μπορεί
να κάνει τα αδύνατα δυνατά.
Με τα Συναξάρια της μικρής Πατρίδας,
όπως είπα και στην αρχή ολοκληρώνεται η τριλογία του Μακεδονικού Αγώνα του κ. Παπαθεοδώρου. Για
εμένα ήταν μία από τις εξαιρετικές τριλογίες που έχω διαβάσει. Η πένα του κ.
Παπαθεοδώρου με ταξίδεψε πίσω στο χρόνο, έζησα τις καταστάσεις που περιέγραφε
με τρόπο μαγικό. Παντρεύει με μαεστρία τα ιστορικά και μυθοπλαστικά πρόσωπα και
το αποτέλεσμα είναι ένα μοναδικό συγγραφικό έργο. Αποκόμισα πολλές πληροφορίες
που αγνοούσα για τον Μακεδονικό αγώνα,
που δεν είχα καν διδαχτεί ούτε στα σχολικά μου χρόνια. Περπάτησα μαζί με
τους ήρωες στα δύσβατα μονοπάτια, ανέβηκα βουνά, έζησα μαζί τους την κάθε
στιγμή έντασης. Αγωνιούσα για το τι θα συμβεί, ένιωσα θλίψη και οργή να με
κυριεύει, αλλά πάνω απ’ όλα ένιωσα ευγνωμοσύνη
και περηφάνια για όλους εκείνους που αντιστάθηκαν και πάλεψαν για την
ελευθερία.
Μια ιστορία της Ελλάδας,
που δεν πρέπει να ξεχνάμε και η νέα γενιά πρέπει μαθαίνει! Η Ιστορία του
Μακεδονικού Αγώνα.
«….Ο μόνος τάφος των
νεκρών, είναι οι καρδιές των ζωντανών….» αναφέρει στο βιβλίο ο κ. Παπαθεοδώρου και
θα συμφωνήσω απόλυτα. Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε όσους πολέμησαν, όσους
θυσιάστηκαν, για να βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή ελεύθεροι!
«Άραγε θα ξεχάσουμε ποτέ; Θα γιατρευτούμε απ’ τις πληγές;»
«Παρακαλώ να μην ξεχάσω. Τούτος ο αγώνας από τον νου και την καρδιά μου να μη σβηστεί. Τόσες θυσίες, τόσες αδικοχαμένες ψυχές, ούτε μια να μη λησμονηθεί…»
Πήρε το βλέμμα της από πάνω του και κοίταξε με μάτια βουρκωμένα τη Θεσσαλονίκη που έσβηνε αργά στην πρωινή ομίχλη.
«Έχεις δίκιο…» ψιθύρισε στο τέλος. «Ο μόνος τάφος των νεκρών είναι οι καρδιές των ζωντανών…»
Ο Μήλιος, η Ανθή, η μικρούλα Βάσιλκα, λιανοκέρια της σκλάβας Μακεδονίας. Μια χούφτα χρόνια μόνο η ζωή τους, στεριωμένα σε φωτιά και πόλεμο.
Η Αρετή και η Φωτεινή, γυναίκες της μικρής πατρίδας, ταγμένες σε αγώνα αντρειωμένο για το γένος και τη λευτεριά. Θέριεψαν οι ψυχές τους κι έκλαψαν συνάμα. Για το παιδί που έχασε τόσο άδικα η μία. Για τον άντρα που αγάπησε παράφορα και σκότωσε με τα ίδια της τα χέρια η άλλη.
Σιμά τους ο Παύλος Μελάς, ο Τέλλος Άγρας, ο καπετάν Κώττας, ο καπετάν Γαρέφης. Κείνοι που θυσιάστηκαν κι αναπαύτηκαν αιώνια στα σπλάχνα της μακεδονικής γης, αντάμα με χιλιάδες άλλους άνδρες και γυναίκες του λαού μας.
Συναξάρια της μικρής πατρίδας.
Μαρτύρων και ηρώων αίμα.
Αυτή είναι η ιστορία τους.
Μετά τις ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΤΗΣ ΜΙΚΡΗΣ ΠΑΤΡΙΔΑΣ και τα ΛΙΑΝΟΚΕΡΙΑ ΤΗΣ ΜΙΚΡΗΣ ΠΑΤΡΙΔΑΣ, ο Θοδωρής Παπαθεοδώρου ολοκληρώνει την πολύκροτη σειρά του «Μακεδονικού Αγώνα» με το τρίτο μυθιστόρημα, ΣΥΝΑΞΑΡΙΑ ΤΗΣ ΜΙΚΡΗΣ ΠΑΤΡΙΔΑΣ. Μια σειρά-έπος για τη Μακεδονία, που τη χαρακτηρίζει η ιστορική ακρίβεια και η συνταρακτική πλοκή.
Γράφει η Κωνσταντίνα Σιάφη Διαμάντη
Δείτε τη σελίδα της συγγραφέως ΕΔΩ |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου