ΓΙΩΡΓΟΣ Σ. ΠΟΛΙΤΗΣ
για το "Ο ΕΠΙΣΚΕΠΤΗΣ"
από τις εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ.
Τις
περισσότερες φορές όταν ξεκινάω ένα μυθιστόρημα το κάνω έχοντας υπόψη μου μία
εικόνα ένα συναίσθημα, ένα χαρακτήρα, μια γενική εικόνα του έργου. Κατά τη
διάρκεια της συγγραφής του το πρωτόλειο αυτό σχέδιο ακολουθεί τους ήρωες.
Έτσι
δημιουργήθηκε και αυτό το έργο: Ο Επισκέπτης.
Πρώτα
δημιουργήθηκε σχέση της δούλας με τη κυρά και κατόπιν κτίστηκε ολόκληρη η οικογένεια, οπότε οι μεταξύ τους σχέσεις
αυτόματα απετέλεσαν για εμένα την κύρια πρόκληση, αυτές, αλλά και η εξέλιξή
τους μέσα στον χρόνο.
Οι
άνθρωποι δεν μένουμε ίδιοι σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής μας. Η καθημερινή μας
εξέλιξη (σε όλα τα επίπεδα) από την πρώτη μέρα της γέννησής μας έως τον θάνατό
μας, δημιουργεί νέες ανάγκες όποτε μεταβαλλόμενοι μεταξύ όλων των άλλων,
νοιώθουμε την ανάγκη για σχέση πριν τον γάμο, για γάμο, αλλά κάποιοι κατά τη
διάρκεια του γάμου.
Μπήκα
στη διαδικασία λοιπόν –αφού το έργο είχε αποκτήσει πλέον πυξίδα- και ανέλυσα ενδελεχώς τις σκέψεις των ηρώων, με
αφορμή τις σχέσεις τους. Έψαξα να βρω δίνοντας μεγάλη σημασία στους κρυφούς λόγους
που επέβαλαν τις δράσεις και τις αντιδράσεις τους.
Η
ιστορία ξεκινά από τη δεκαετία του 1960 και ολοκληρώνεται είκοσι περίπου χρόνια
μετά. Στο διάστημα αυτό οι ήρωες αλλάζουν θέσεις και γνώμες σύμφωνα με το πώς
ερμηνεύουν την πραγματικότητα που τους αφορά.
Στο
σημείο αυτό θα πρέπει να τονίσουμε ότι η πραγματικότητα του καθενός -όχι μόνο κάποιου
μυθιστορηματικού προσώπου αλλά και ενός εκάστου ημών- σπάνια σχετίζεται με
εκείνη που θα ονομάζαμε αντικειμενική, αφού η προσωπική αντίληψη περί της
πραγματικότητας είναι αποτέλεσμα ερμηνείας των γεγονότων και όχι μιας
μαθηματικής συνδιαλλαγής. (Δείτε πόσες διαφορές απόψεων υπάρχουν για το ίδιο
γεγονός) Το πώς και γιατί συμβαίνει αυτό θα μας δοθεί η ευκαιρία κάποια στιγμή
να αναλύσουμε.
Προσπάθησα
να βρω συγγράφοντάς το μυθιστόρημα τη χρυσή τομή ώστε και η υπόθεση να
εξελίσσεται με ενδιαφέρον αλλά και να εμβαθύνω αναλύοντας την ψυχολογική
κατάσταση του κάθε ήρωα σύμφωνα με όσα συγκλονιστικά προέκυπταν στη ζωή του.
Την αποκάλυψη μιας απιστίας για παράδειγμα, το πόνο ενός μεγάλου έρωτα, το κενό
και τη μοναξιά μετά από μία σχέση.
…Ωστόσο το χειρότερο είναι πως το κακό δε
σταματάει εκεί, το πάει παραπέρα, αφού μέσα από τη σχέση σαπίζει και το ίδιο το
άτομο και αλλοτεύει την πάστα του, γίνεται μίζερο, κακό και γκρινιάρικο. Έπρεπε
να το ξέρει η Μαριγώ, να το έχει μάθει τόσα χρόνια παντρεμένη, ότι το ισχυρό
μέλος της σχέσης είναι πάντα εκείνο που ενδιαφέρεται λιγότερο. Δεν μπορεί καμία
να τα βάλει με έναν αδιάφορο σύζυγο ή εραστή. Καμία. Ό,τι κι αν κάνει, το μόνο
που μπορεί να πετύχει είναι μια ισοπαλία. Μια ισοπαλία για τα μάτια του κόσμου
ή τα δικά της, την ίδια ώρα που θα ξέρει ότι ο ένας την απόκτησε αβίαστα, ενώ η
άλλη με κόπους και χίλια βάσανα. Με δάκρυ και πόνο…
Κομβικό
σημείο του έργου είναι η σχέση της δούλας με την κυρά. Η σχέση αυτή αποτελεί
τον συνδετικό κρίκο ολόκληρου του μυθιστορήματος. Οι δύο πρωταγωνίστριες
ενσαρκώνουν τον λόγο της λογικής.
Μέσα
στις σελίδες του βιβλίου γίνεται -με τρόπο έμμεσο- εμφανής η ανάγκη του
ανθρώπου να ξεφύγει από νόμους, ηθικές και κανόνες. Τίποτα δεν δικαιολογώ αλλά και
τίποτα δεν κατακρίνω. Ο αναγνώστης έχει όλα τα επιχειρήματα που χρειάζεται στα
χέρια του ώστε να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα, να κρίνει και κρίνοντας να
αθωώσει ή να καταδικάσει. Και πράγματι θα έχει πολλές φορές την ευκαιρία να το
κάνει με κάθε τρόπο διότι όλα όσα αναφέρονται δεν είναι προϊόντα φαντασίας που
θα μπορούσαν ίσως κάποτε να συμβούν αλλά γεγονότα που εξελίσσονται σε συνθήκες
που συμβαίνουν καθημερινά γύρω μας. Συναισθήματα που καλώς ή κακώς βιώνονται
από μια μεγάλη μερίδα συνανθρώπων μας.
…Του φάνηκε ότι τα μάτια της για μια στιγμή
απόκτησαν δικό τους φως. Αυτό το διακριτικά κρυμμένο τους φως υπήρχε φαντάστηκε
μονάχα για κείνον και ήταν σίγουρος πως ανάβλυζε πηγή κρυφή από κάπου βαθιά
μέσα της, θαμπό, δειλό και εκπληκτικά ελπιδοφόρο. Από την ανάγκη του να μετέχει
στη μυστική ομάδα εραστών που έχουν λάβει έγκριση, πηδούσε τα μεταξύ τους
κεφάλαια με βιάση αλόγιστη, σαν αντιλόπη που, πανικόβλητη, τρέχει να σωθεί ή να
προλάβει. Ήταν απόλυτα βέβαιος πως το έζησε τούτο το ζωογόνο φως της ως
αντικείμενο της παρουσίας του δίπλα της. Ήταν τόσο σίγουρος γι’ αυτό όπως για
τη μέρα της γέννησής του, ασχέτως αν την εικόνα του τη μέρα εκείνη αδυνατούσε να
ανακαλέσει στη μνήμη του. Και είχε ο άνθρωπος να νιώσει τόσο άνετα με κάποια
γυναίκα από τη μέρα που γεννήθηκε, από την πρώτη ώρα που θήλασε στο στήθος της
μάνας του. Από τότε!
Το
τέλος του έργου θεωρώ ότι είναι απρόβλεπτο. Η αλήθεια είναι ότι δεν το είχα
σχεδιάσει έτσι εξαρχής αλλά με την εξέλιξη της συγγραφής –όπως και αρχικά είπα-
κάθε φορά μου ερχόταν μια νέα ιδέα την οποία ενέτασσα μέσα στην υπόθεση ώστε το
αποτέλεσμα να δικαιολογεί όλα όσα είχαν προηγηθεί.
Δείτε περισσότερα για το βιβλίο και τον συγγραφέα ΕΔΩ |
«Εσύ;»
«Εγώ, ποιος ήθελες να ’ναι;»
«Τον σκότωσες… Φονιά, τον σκότωσες!»
Έκανε να τον χτυπήσει με τις γροθιές της προτού περάσει στο σπίτι της μέσα, που μύριζε φαγητό, αλλά δεν πρόλαβε…
Έπεσε λιπόθυμη καταγής.
Η Στασίνη είχε γονατίσει κατάχαμα. Είχε προσπαθήσει πολλές φορές να ξεκολλήσει τα λόγια από την κυρά της για να μάθει τα γεγονότα, αλλά πάντα εκείνη τα έκρυβε σαν να ήταν θησαυρός που ανήκε μονάχα στην ίδια.
Η σχέση των δύο γυναικών παράξενη στα μάτια πολλών, όχι, όμως, και σ’ αυτά της δούλης Στασίνης, που πρόσεχε και αγαπούσε αυτήν που τη διάταζε.
Η ιστορία μιας οικογένειας αρχίζει να ξεδιπλώνεται… Δύο αδερφές που μισήθηκαν και αγάπησαν τον ίδιο άντρα, ένας πατέρας που ανακάλυψε τον έρωτα μακριά από τη γυναίκα του, μια μάνα που επέστρεψε στην πρώτη της αγάπη, μια δολοφονία και, τέλος, μια δούλα με μια κυρά, μπλεγμένες οι δυο σε μια ιδιότυπη σχέση…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου