Βράδυ Δευτέρας. Ο ένας απέναντι στον άλλον, παγωμένες εκφράσεις, τη στιγμή που η κρύα κάννη ενός όπλου ανάμεσά τους προκαλεί αμφιβολίες αν η Τρίτη θα ξημερώσει και για τους δύο.
Κάποτε, τα λιγοστά βράδια που έμεναν μαζί ξημέρωναν αλλιώς. Τα κορμιά τους μπλέκονταν μεταξύ τους και οι καυτές ανάσες τους μύρωναν τον έρωτά τους. Δεν υπήρχε καμιά θέση για πόνο και αμφιβολία. Η αγκαλιά τους ήταν ο πιο ασφαλής τόπος του κόσμου.
Εκείνη μια γυναίκα παντρεμένη, με δύο παιδιά, λίγο πριν τα πενήντα της χρόνια. Ένας γάμος χωρίς το χάδι του έρωτα πια, παρά μόνο με συμβιβασμούς και τεράστια οικονομικά προβλήματα, που την είχαν οδηγήσει στο όριο της φτώχειας.
Εκείνος μόλις είκοσι πέντε, άνεργος, αναγκασμένος να ζει με τη μικρή –παράξενη– αδελφή του και έναν πατέρα που γνωρίζει καλά πώς να τους δυναστεύει, μέσω της οικονομικής του κυριαρχίας.
Ένας ύμνος στην παράφορη καρμική αγάπη, στην αγάπη που αγγίζει το όριο της παράνοιας, στην αγάπη που φτάνει ένα βήμα πριν τον θάνατο.
Ποιος όμως είναι ο κ.Χάρης Μαύρος?Ας τον γνωρίσουμε μέσω του βιογραφικού του και μερικών ερωτήσεων μου που με προθυμία δέχθηκε να απαντήσει και τον ευχαριστώ πολύ!!!
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Ο Χάρης Μαύρος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1983. Ξεκίνησε να γράφει λίγα χρόνια αργότερα στολίζοντας με μουντζούρες τα βιβλία των γονιών του. Πιστεύει πως μέσα απ’ τη γραφή ο κόσμος μπορεί να γίνει καλύτερος και γι’ αυτό γράφει μέχρι σήμερα. Είναι συλλέκτης στιγμών και δεν έχει σκοπό να σταματήσει να τρέφεται με εικόνες, μυρωδιές και ήχους. «Οι αγάπες δεν κηδεύονται τις Τρίτες» είναι το δεύτερο μυθιστόρημά του, ενώ το πρώτο του έχει τον τίτλο «Μέχρι [τις] Τέσσερις».
Ερώτηση:1)Σε ποια ηλικία ήταν η πρώτη επαφή σας με το βιβλίο. Θυμάστε το πρώτο βιβλίο που διαβάσατε;
Ήμουν τυχερός που μεγάλωσα σε μια οικογένεια που αγαπούσε και αγαπάει το βιβλίο, οπότε η πρώτη επαφή μου ήταν αυτή που έχουν τα περισσότερα παιδιά, δηλαδή να μουντζουρώσουν τις σελίδες μεγάλων τόμων. Η συνέχεια είναι φυσική σε ένα τέτοιο περιβάλλον που προωθείται η φιλαγνωσία. Το πρώτο βιβλίο που θυμάμαι να διαβάζω με χαρά ήταν η «Ματίλντα» του αγαπημένου Ροάλντ Νταλ
Ερώτηση:2)Έχετε συγκεκριμένη προτίμηση στα λογοτεχνικά σας αναγνώσματα.
Τα λογοτεχνικά κείμενα είναι όπως οι άνθρωποι. Πρέπει να τα γνωρίσεις για να τα δεχτείς ή να τα απορρίψεις. Όχι, δεν είμαι αρνητικός εξ’ αρχής σε κάποια συγκεκριμένη κατηγορία αναγνωσμάτων , θα απέκλεια έτσι μια επιπλέον δυνατότητα, μια διαφορετική εμπειρία.
Ερώτηση:3)Θα μπορούσατε να μου πείτε μερικούς από τους αγαπημένους σας συγγραφείς ή σας ...βάζω δύσκολα;
Ευχαρίστως. Τα πρώτα ονόματα που μου έρχονται από πεζογράφους είναι η Doris Lessing, o Pedro Juan Gutiérrez, o Gabriel García Márquez και ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος. Όσον αφορά τους ποιητές δε θα μπορούσα να μην αναφερθώ στον Pablo Neruda και στην Κική Δημουλά.
Ερώτηση:4)Τι αποτέλεσε το έναυσμα για να ξεκινήσετε να γράφετε;
Η εκτόνωση των συναισθημάτων, η ανάγκη να ξεχυθεί το συναίσθημα με κάποια μορφή, με κάποιον εναλλακτικό τρόπο.
Ερώτηση:5)To «Οι αγάπες δεν κηδεύονται τις Τρίτες» είναι το δεύτερο σας μυθιστόρημα μετά το ''Μέχρι {τις} τέσσερις''. Πείτε μας δυο λόγια και για τα δυο σας έργα.
Είναι δυο έργα διαφορετικά που θίγουν μέσα από τις θεματικές τους προβληματισμούς κοινωνικούς, διαπροσωπικούς, σύγχρονους. Θα μιλήσω πρώτα για το τελευταίο έργο μου –πιστεύω ότι το δικαιούται. «Οι αγάπες δεν κηδεύονται τις Τρίτες» είναι ένα έργο εξαιρετικά σύγχρονο, με ήρωες καθημερινούς -που μπορείς να αγγίξεις, διαπραγματευόμενο μια ιστορία καρμικής αγάπης ανάμεσα σε μια σαρανταεφτάχρονη γυναίκα και έναν εικοσιπεντάχρονο άντρα στην Ελλάδα της κρίσης. Δε μένει στην απλή εξιστόρηση της σχέσης των δύο πρωταγωνιστών, αλλά εμβαθύνει στο σημερινό καθεστώς μιας χώρας που παλεύει να ορθοποδήσει τόσο οικονομικά και πολιτικά όσο και σε επίπεδο κοινωνικών δομών. Το «Μέχρι {τις} Τέσσερις» έχει μια εντελώς άλλη ματιά στις ανθρώπινες σχέσεις του σήμερα, γιατί οι τέσσερις ήρωες στους οποίους γίνεται αναφορά –δύο άντρες, δύο γυναίκες- έχουν έντονη την πρότερη οικογενειακή παθογένεια. Συνάπτουν μια ενιαία σεξουαλική σχέση ακριβώς για να χτίσουν εκ νέου μια οικογενειακή δομή που θα καλύψει τα κενά τους.
Ερώτηση:6)Πως ξεκίνησε η συγγραφή του βιβλίου σας «Οι αγάπες δεν κηδεύονται τις Τρίτες» και γιατί επιλέξατε αυτόν τον τίτλο και αυτό το εξώφυλλο;
Η συγγραφή του κάθε βιβλίου δεν έχει «πως», τουλάχιστον σε μένα. Απλά ξεκινάει, όπως είπα και νωρίτερα είναι εικόνες, αισθήματα, ήχοι, μυρωδιές που περιμένουν να καταγραφούν και να γίνουν κοινός τόπος με τους αναγνώστες. Ο τίτλος είναι ίσως ο αντιπροσωπευτικότερος που θα μπορούσε να επιλεγεί –οφείλω να ομολογήσω πως εκείνος με επέλεξε και όχι εγώ αυτόν. Με την ίδια λογική επιλέχθηκε το εξώφυλλο μαζί με τον εκδοτικό μου οίκο, τις εκδόσεις Σαββάλας, τον οποίο οφείλω να ευχαριστήσω για τον τρόπο που αγκάλιασε το βιβλίο και την άψογη συνεργασία.
Ερώτηση:7)Ποιον ήρωα ξεχωρίζετε από τα έργα σας και γιατί?
Η Ανθή από το «Οι αγάπες δεν κηδεύονται τις Τρίτες» και η Έλσα από το «Μέχρι {τις} Τέσσερις» είναι οι προσωπικότητες που ξεχωρίζω, γιατί διανύουν τη μεγαλύτερη απόσταση –ωριμάζουν, αγωνίζονται για να ωριμάσουν και παλεύουν για να κερδίσουν όσα τους στέρησε το παρελθόν, το οικογενειακό πλαίσιο και η κοινωνία.
Ερώτηση:8)Ποιο βιβλίο διαβάζετε αυτό το διάστημα;
Μόλις τελείωσα το βιβλίο του Henry Miller «ο τροπικός του Αιγόκερω» και δηλώνω γοητευμένος απ’ τον ειλικρινή τρόπο γραφής του.
Ερώτηση:9)Θα ήθελα να μοιραστείτε με τους αναγνώστες του blog μας, τη φράση που σας εκφράζει, το τραγούδι που σας αντιπροσωπεύει και την αγαπημένη σας ταινία. Ίσως είναι περισσότερα από ένα, αλλά πείτε τα πρώτα που σας έρχονται στο μυαλό για το καθένα από αυτά....
Σίγουρα είναι περισσότερα του ενός, ωστόσο έχοντας ως κριτήριο ποια σκέφτηκα πρώτα θα δηλώσω ως αγαπημένη ταινία το «Eternal Sunshine of the Spotless Mind» (H Αιώνια Λιακάδα ενός Καθαρού Μυαλού) και αγαπημένο τραγούδι το «Hardest of hearts» από Florence and the Machine. Θα κλείσω με τη φράση με την οποία σας καλωσορίζω στο «Οι αγάπες δεν κηδεύονται τις Τρίτες»: «Κάθε λεπτό από την ώρα ενός ερωτευμένου, αξίζει όσο μία ολόκληρη καθημερινή ζωή» (Aphra Behn)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου