Τα Public Τσιμισκή (Τσιμισκή 24,Θεσσαλονίκη)
και οι Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ σας προσκαλούν
σε μια συνάντηση με τη συγγραφέα Θάλεια Ψαρρά,
με αφορμή το νέο της βιβλίο.
Για το βιβλίο θα μιλήσει η συγγραφέας Λένα Μαντά.
Η συγγραφέας θα μιλήσει με το κοινό
και θα υπογράψει αντίτυπα του βιβλίου της.
και οι Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ σας προσκαλούν
σε μια συνάντηση με τη συγγραφέα Θάλεια Ψαρρά,
με αφορμή το νέο της βιβλίο.
Για το βιβλίο θα μιλήσει η συγγραφέας Λένα Μαντά.
Η συγγραφέας θα μιλήσει με το κοινό
και θα υπογράψει αντίτυπα του βιβλίου της.
Λίγα λόγια για το βιβλίο
Μια μαχαιριά κι ένα παρ’ ολίγον φονικό κάνουν τη φλόγα της εκδίκησης να σιγοκαίει ανάμεσα στις οικογένειες των Βενιέρηδων και των Αρχοντάκηδων. Χρόνια μετά, ένας όρκος και ένας χρησμός όρισαν πως το σμίξιμο του Τζάκου Βενιέρη και της Εριφύλης Αρχοντάκη θα σήμαινε την καταστροφή. Η μοίρα, ωστόσο, επιλέγει να μη λογαριάζει φραγμούς. Ο έρωτάς τους ορμά σαν ανεξέλεγκτη θύελλα, για να φουντώσει τη φωτιά της βεντέτας που για χρόνια προσπαθούσαν οι δυο οικογένειες να κρατήσουν σβηστή. Οι δρόμοι του Τζάκου και της Εριφύλης χωρίζουν και τα εμπόδια που ορθώνονται μπροστά τους ποτίζονται με το αίμα αγαπημένων τους ανθρώπων.
Τι γίνεται όμως όταν η καρδιά επιμένει να χτυπά εκεί όπου της απαγορεύουν;
Ένα μυθιστόρημα πλημμυρισμένο με το άρωμα των βουνών της Κρήτης του παρελθόντος. Η ιστορία δύο ανθρώπων που για χάρη της αγάπης καλούνται να υπερβούν τον εαυτό τους, για ν’ αντιμετωπίσουν τον αυστηρό κώδικα τιμής που στοιχειώνει τρεις ολόκληρες γενιές.
Ποια όμως είναι η κ.Θάλεια Ψαρρά;;Ας τη γνωρίσουμε μέσω του βιογραφικού της και μερικών ερωτήσεων μου που με προθυμία δέχθηκε να απαντήσει και την ευχαριστώ πολύ!!!!
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Η ΘΑΛΕΙΑ ΨΑΡΡΑ γεννήθηκε το 1983 στη Θεσσαλονίκη, όπου και ζει μόνιμα. Σπούδασε μάρκετινγκ και διοίκηση επιχειρήσεων, και μιλά αγγλικά και βουλγαρικά. Σχεδόν αμέσως μετά τις σπουδές της, προσελήφθη στο τμήμα εξαγωγών μεγάλης πολυεθνικής εταιρείας χάλυβα, στην οποία εργάζεται μέχρι και σήμερα. Μεγάλη της αγάπη ήταν πάντοτε τα βιβλία και όνειρό της να καταφέρει κάποτε να ζήσει αυτό το «ταξίδι», από τη θέση του οδηγού. ΤΑ ΛΑΒΩΜΕΝΑ Σ’ ΑΓΑΠΩ είναι η πρώτη της μαγική διαδρομή και, ενθουσιασμένη πλέον, ανυπομονεί να εξερευνήσει τα επόμενα μονοπάτια της φαντασίας.
Ερώτηση:1)Σε ποια ηλικία ήταν η πρώτη επαφή σας με το βιβλίο. Θυμάστε το πρώτο βιβλίο που διαβάσατε;
Ως το μικρότερο παιδί της οικογένειας, με μια αδερφή έντεκα χρόνια μεγαλύτερη μου, νομίζω πως η πρώτη μου επαφή ήταν με δικά της παιδικά βιβλία, τα οποία εκείνη κρατούσε ακόμη με ευλάβεια κι εγώ μάλλον τα κατέστρεψα. Αχνά έρχεται στην μνήμη μου μια παιδική σειρά βιβλίων που είχε εκείνη με.. τις «Περιπέτειες της Λιλίκας», οι οποίες περιπέτειες στα χέρια μου έγιναν πολύ πιο δύσκολες! Μιλάω για την περίοδο που ήμουν ακόμη πολύ μικρή φυσικά. Στην συνέχεια, μεγαλώνοντας σε ένα σπίτι που η μητέρα μου διάβαζε συνεχώς, κάποια στιγμή μου γεννήθηκε κι εμένα η περιέργεια να καταλάβω τι ήταν αυτό που την συνέπαιρνε τόσο σε αυτή της την ενασχόληση. Αυτό έγινε νομίζω την περίοδο που πήγαινα ακόμη στο δημοτικό. «Ο μικρός πρίγκιπας» του Αντουαν Ντε Σεντ- Εξιπερί και «Το καπλάνι της βιτρίνας» της Άλκης Ζέη, ήταν από τα πρώτα βιβλία που διάβασα και με ξενάγησαν σε αυτόν τον όμορφο κόσμο. Από τότε «κόλλησα» και δεν σταμάτησα ποτέ να διαβάζω. Η παιδική και αργότερα εφηβική μου βιβλιοθήκη όλο και μεγάλωνε, όπως και η αγάπη μου για τα βιβλία, η οποία φυσικά κρατάει μέχρι και σήμερα, έχοντας πλέον γίνει εξάρτηση!
Ερώτηση:2)Έχετε συγκεκριμένη προτίμηση στα λογοτεχνικά σας αναγνώσματα;
Μπορώ να διαβάσω τα πάντα, αφού από κάθε βιβλίο έχεις πάντα και κάτι να πάρεις σε συναισθηματικό επίπεδο, αλλά και κάτι να μάθεις. Τα μόνα που δεν προτιμώ, και το ίδιο ισχύει και για τις ταινίες που επίσης μου αρέσουν πολύ, είναι τα επιστημονικής φαντασίας. Προτιμώ τις πιο γήινες καταστάσεις.
Ερώτηση:3)Θα μπορούσατε να μου πείτε μερικούς από τους αγαπημένους σας συγγραφείς, ή σας βάζω δύσκολα;
Είναι λίγο δύσκολη η επιλογή, ακριβώς επειδή διαβάζω αρκετά είδη λογοτεχνίας έχω διάφορους αγαπημένους, παλιούς και καινούργιους. Η Αλκυόνη Παπαδάκη ας πούμε είναι επίσης από τις πρώτες συγγραφείς που διάβασα από την εφηβεία μου και μέχρι και σήμερα παραμένει πολύ πολύ αγαπημένη μου. Επίσης και ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, παρόλο που είναι τελείως διαφορετικό το είδος γραφής του. Η Μάρω Βαμβουνάκη και ο Χόρχε Μπουκάι είναι δύο από τους πολύ αγαπημένους μου σε ότι αφορά τα βιβλία που έχουν να κάνουν λίγο περισσότερο με την εσωτερική αναζήτηση, ενώ η Λένα Μαντά, η Σοφία Βόικου, η Σόφη Θεοδωρίδου και ο Μένιος Σακελαρόπουλος είναι κάποιοι από τους αγαπημένους μου πιο σύγχρονους συγγραφείς.
Ερώτηση:4)Τι αποτέλεσε το έναυσμα για να ξεκινήσετε να γράφετε;
Ήταν κάτι το οποίο πάντα ήθελα να κάνω, όμως δίσταζα. Κατά καιρούς ερχόταν διάφορες ιστορίες στο μυαλό μου, τις οποίες όμως καταπίεζα μέσα μου και δεν τους επέτρεπα να βγουν στην επιφάνεια, από φόβο μήπως δεν καταφέρω να τις διαχειριστώ σωστά, ώστε να τις απολαύσω πρώτα εγώ η ίδια. Για αρκετά χρόνια, περιοριζόμουν απλά στην καταγραφή δικών μου προβληματισμών, σκέψεων και συναισθημάτων. Και πάλι όμως, όχι συστηματικά με την μορφή ημερολογίου, αλλά περιστασιακά, όποτε ένιωθα την ανάγκη να βοηθήσω την ψυχή μου να ελαφρύνει από κάποιο έντονο συναίσθημα. Το γράψιμο άλλωστε σε κάθε μορφή του λειτουργεί σαν ψυχοθεραπεία. Όταν όμως εντελώς τυχαία, σε μια καλοκαιρινή συναυλία ακούγοντας τον «Ερωτόκριτο» γεννήθηκαν στο μυαλό μου οι ήρωες αυτού του βιβλίου και η ιστορία τους, τότε συνειδητοποίησα πως μέχρι πρότινος απλά δεν ήμουν έτοιμη, αφού από εκεί και πέρα, δεν υπήρχε πλέον δεύτερη επιλογή. Η μόνη μου σκέψη πια, ήταν να γράψω όλα όσα αναδύονταν καθημερινά μέσα μου, τα οποία κατέκλυζαν συνεχώς, με πολύ μεγάλη ένταση την ψυχή μου. Λένε πως για όλα υπάρχει η κατάλληλη στιγμή. Μάλλον η δική μου κατάλληλη στιγμή για να ξεκινήσω αυτό το πραγματικά ιδιαίτερο και υπέροχο ταξίδι, ήταν «Τα λαβωμένα σ’ αγαπώ». Αγάπησα πάρα πολύ την πρωτόγνωρη και υπέροχη αυτή εμπειρία και το μόνο σίγουρο πλέον, είναι πως θα επιχειρήσω να την ξαναζήσω.
Ερώτηση:5)Πως ξεκίνησε η συγγραφή του βιβλίου σας, «Τα λαβωμένα σ’ αγαπώ» και γιατί επιλέξατε αυτόν τον τίτλο και αυτό το εξώφυλλο;
Όπως ανέφερα και στην προηγούμενη απάντηση μου, η ιδέα του βιβλίου μου ήρθε σε μια καλοκαιρινή συναυλία. Ακούγοντας μια υπέροχη εκτέλεση του «Ερωτόκριτου» από τον καταπληκτικό Γιάννη Χαρούλη, ένιωσα να ταξιδεύω στην Κρήτη μιας άλλης εποχής και εκεί πρωτοσυνάντησα τον Τζάκο και την Εριφύλη. Στην αρχή ήμουν πάλι διστακτική, αφού πίστεψα πως είχα απλά επηρεαστεί από το κλίμα της ιδιαίτερης εκείνης βραδιάς. Όσο όμως οι μέρες περνούσαν, η ιστορία και οι φωνές των ηρώων, αντί να εξασθενούν μέσα μου, εμπλουτίζονταν και γινόταν όλο και πιο δυνατές. Τότε κατάλαβα πως είχα πλέον να κάνω με μια διαφορετική περίπτωση, ή πως ήμουν μάλλον έτοιμη και είχα περισσότερη ανάγκη πια να γράψω, απ’ ότι είχα η και ίδια συνειδητοποιήσει. Το γεγονός πως η ιστορία των ηρώων μου εκτυλίσσονταν στην Κρήτη, με έκανε να προβληματιστώ, αφού παρόλο που αγαπώ βαθιά αυτό το νησί, δεν έχει τύχει να το επισκεφθώ, όμως τελικά ούτε αυτό μπορούσε να σταθεί πλέον ικανό να με εμποδίσει. Διάβασα αρκετά βιβλία που αφορούσαν την Κρήτη της εποχής που διαδραματίζεται η ιστορία μου, έκανα πολλές ερωτήσεις σε φίλους του περιβάλλοντος μου με καταγωγή από εκεί και όσα περισσότερα μάθαινα, τόσο γέμιζε η ψυχή μου με νέες εικόνες και συναισθήματα, που ήθελαν πλέον να βγουν στην επιφάνεια. Τότε λοιπόν άνοιξα τον υπολογιστή αποφασισμένη να γράψω, και η οθόνη του, λειτούργησε ξαφνικά για μένα σαν μια μαγική πύλη, για έναν υπέροχο κόσμο τον οποίο μπορούσα μόνο εγώ να επισκεφτώ και να δημιουργήσω. Ήταν κάτι σαν το μυστικό μου καταφύγιο. Η ιστορία του Τζάκου και της Εριφύλης, είναι η ιστορία μιας αγάπης που ανθίζει κάτω από τις δύσκολες και επικίνδυνες συνθήκες της βεντέτας που έχει κυκλώσει τις οικογένειες τους. Όταν λοιπόν τα «σ’αγαπώ» καλούνται να διασχίσουν μια τόσο δύσκολη διαδρομή μέχρι να κατορθώσουν να βγουν στο φώς, είναι αδύνατο να το καταφέρουν δίχως να «λαβωθούν» ή να «λαβώσουν» ψυχές, όσο και αν προσπαθήσουν να το αποφύγουν. Κάπως έτσι λοιπόν με αυτές τις σκέψεις εμπνεύστηκα τον τίτλο του βιβλίου και πιστεύω πως όποιος το διαβάσει, θα καταλάβει καλύτερα τι εννοώ. Όσο για το εξώφυλλο, η δημιουργική ομάδα των Εκδόσεων Ψυχογιός επέλεξε να δώσει αυτή την οπτική, η οποία αλληγορικά μου φάνηκε υπέροχη και τους ευχαριστώ θερμά. Δεν μπορώ να σας το αναλύσω διεξοδικά γιατί ίσως προδώσω κάτι από την πλοκή του βιβλίου στους αναγνώστες. Θα περιοριστώ να σας πω, πως με τον ίδιο τρόπο που γυρίζει η γυναίκα του εξωφύλλου την πλάτη της στο παράθυρο, επιλέγουν η Εριφύλη και ο Τζάκος να γυρίσουν την δική τους πλάτη, στην μοίρα που έχουν αποφασίσει οι άλλοι να προδιαγράψουν για εκείνους. Την απάντηση για το αν τελικά θα τα καταφέρουν και με ποιες συνέπειες, θα την βρείτε ανάμεσα στις σελίδες του βιβλίου.
Ερώτηση:6)Μια και είναι το πρώτο σας βιβλίο και δεν γνωρίζουμε την γραφή σας, τι πιστεύετε ότι προκαλεί τον αναγνώστη να σας διαβάσει και να σας γνωρίσει; Το εξώφυλλο; Το οπισθόφυλλο; Πείτε μας δυο λόγια για την ιστορία.
Σίγουρα το εξώφυλλο και το οπισθόφυλλο παίζουν σημαντικό ρόλο στην επιλογή ενός βιβλίου, και το λέω αυτό και ως αναγνώστρια, αφού είναι από τα πράγματα που επηρεάζουν κι εμένα στην επιλογή μου. Διαβάζοντας το οπισθόφυλλο ενός βιβλίου και ανάλογα με την συναισθηματική κατάσταση ή με την διάθεση στην οποία βρισκόμαστε, μας κεντρίζει το ενδιαφέρον, ή όχι η ιστορία την οποία έχει αυτό να μας διηγηθεί. «Τα λαβωμένα σ’ αγαπώ» είναι η ιστορία δυο νέων, που για χάρη της αγάπης που γεννιέται ανάμεσα τους, καλούνται να αντιμετωπίσουν και να παλέψουν με τον κώδικα τιμής που χωρίζει τις οικογένειες τους, δυο γενιές πριν ακόμη γεννηθούν εκείνοι. Μια μαχαιριά που βρίσκει τον λάθος άνθρωπο πολλά χρόνια πριν, οδηγεί σε ένα παρολίγον φονικό και φυτεύει τον σπόρο της βεντέτας ανάμεσα στις δυο οικογένειες. Πολύ αργότερα, ένας όρκος που αναγκάζονται να πάρουν τα αρσενικά της μιας οικογένειας και ο χρησμός μιας γριάς, στην τελετή της γιορτής του Κλήδονα, ορίζουν πως το σμίξιμο του Τζάκου Βενιέρη και της Εριφύλης Αρχοντάκη, θα φουντώσει την φωτιά που προσπαθούν με μεγάλο κόπο να κρατήσουν σβηστή. Τα εμπόδια που καλούνται οι δυο αυτοί νέοι να περάσουν, δείχνουν ανυπέρβλητα και είναι ποτισμένα με μίσος, αλλά και με το αίμα αγαπημένων τους ανθρώπων. Όπως όμως συμβαίνει με την φωτιά όταν την κυκλώνει ο αέρας, έτσι και ο έρωτας τους, όσο τους κυκλώνει η θύελλα της εκδίκησης, τόσο θεριεύει. Ο καθένας από τους ήρωες του βιβλίου, πρέπει να αντιμετωπίσει τους δικούς του συναισθηματικούς ή ηθικούς δαίμονες και νομίζω πως αυτή η αίσθηση είναι διάχυτη ανάμεσα στις σελίδες του. Αν πρέπει λοιπόν να πω κάτι στους αναγνώστες που θα με γνωρίσουν μέσα από το πρώτο μου βιβλίο, είναι σίγουρα πως αγάπησα πάρα πολύ αυτή την διαδρομή, ένιωσα τους ήρωες βαθιά μέσα στην ψυχή μου και αγκάλιασα με πολύ μεράκι την ιστορία τους. Εύχομαι πραγματικά από καρδιάς, μέσα από τις σελίδες του βιβλίου, να καταφέρω να κάνω όποιον το διαβάσει, να γίνει κοινωνός όσων έζησα γράφοντας το και να μπορέσει να «δει», όσα όμορφα είδα και ένιωσα κι εγώ σε αυτό το ταξίδι.
Ερώτηση:7)Ποιόν ήρωα ξεχωρίζετε από το έργο σας και γιατί;
Δεν μπορώ με ευκολία να ξεχωρίσω κάποιον από τους ήρωες μου, αφού όσο κλισέ και αν ακούγεται, είναι όλοι τους δικά μου δημιουργήματα. Ακόμη και τους πιο σκληρούς χαρακτήρες, πριν έρθει η στιγμή να γράψω γι’ αυτούς δίνοντας τους «ζωή» μέσα από τις λέξεις, φρόντισα να τους νιώσω και να τους καταλάβω· και εκείνους, αλλά και τα αίτια της συμπεριφοράς τους. Ίσως λίγο περισσότερο, να κατανοώ και να νιώθω πιο κοντά μου την Εριφύλη, αφού σε εκείνη μάλλον έδωσα περισσότερα χαρακτηριστικά από εμένα και κυρίως από την αντιδραστικότητα του χαρακτήρα μου, όταν προσπαθούν να μου επιβάλλουν κάτι που πηγαίνει κόντρα σε όσα μπορεί να νιώθω, ή να πιστεύω με πάθος.
Ερώτηση:8)Έχετε ήδη ξεκινήσει να προετοιμάζετε / γράφετε κάτι καινούργιο;
Δεν έχω ξεκινήσει ακόμη να γράφω, όμως η επόμενη ιστορία βρίσκεται ήδη στο μυαλό μου και αυτή την περίοδο, είμαι στην διαδικασία της έρευνας, η οποία είναι εξίσου ενδιαφέρουσα. Πρόκειται για κάτι πολύ διαφορετικό από «Τα λαβωμένα σ’ αγαπώ», το οποίο όμως, θέλει επίσης αρκετή προεργασία. Ανυπομονώ να συγκεντρώσω τις πληροφορίες που χρειάζομαι, για να ξεκινήσω και πάλι το ταξίδι!
Ερώτηση:9)Ποιο βιβλίο διαβάζετε αυτό το διάστημα;
Τους «Ψίθυρους του Βαρδάρη» της Σοφίας Βόικου και ομολογώ πως με έχει συνεπάρει! Είναι ιδιαίτερα ατμοσφαιρικό βιβλίο και ταξιδεύει τον αναγνώστη σε γεγονότα της ιστορίας της Θεσσαλονίκης, για τα οποία πολλοί μπορεί να μην είχαμε ολοκληρωμένη εικόνα. Και αυτό, ειδικά για εμάς τους Θεσσαλονικείς, είναι πολύ γοητευτικό. Οι εικόνες και τα συναισθήματα που αναδύονται ανάμεσα στις σελίδες του, είναι μοναδικά και δεν μπορώ να μην σχολιάσω και να μην θαυμάσω, την εξαιρετική δουλειά που έχει κάνει η κυρία Βόικου. Γράφοντας αυτό το βιβλίο, είχε να διαχειριστεί πολλά και πολύ σημαντικά ιστορικά γεγονότα και έχει καταφέρει να τα αφομοιώσει εξαιρετικά μέσα στην πλοκή του. Της αξίζουν πραγματικά συγχαρητήρια και συνιστώ ανεπιφύλακτα το βιβλίο, ειδικά σε όσους αγαπούν το ιστορικό μυθιστόρημα.
Ερώτηση:10)Θα ήθελα να μοιραστείτε με τους αναγνώστες του blog μας, την φράση που σας εκφράζει, το τραγούδι που σας αντιπροσωπεύει και την αγαπημένη σας ταινία. Ίσως να είναι περισσότερα από ένα, αλλά πείτε μου τα πρώτα που σας έρχονται στο μυαλό για το καθένα από αυτά.
Η φράση που αισθάνομαι να με εκφράζει, είναι αυτή του Νίκου Καζαντζάκη «Ότι δεν συνέβη ποτέ, είναι ότι δεν ποθήσαμε αρκετά». Οι λέξεις αυτές, με γεμίζουν με αισιοδοξία και δύναμη. Αισιοδοξία πως μπορώ να κατορθώσω να φτάσω τους στόχους που θέτω κατά καιρούς στην ζωή μου, και δύναμη ώστε να προσπαθώ να τους διεκδικώ χωρίς να εγκαταλείπω. Σε ότι αφορά τις ταινίες, η πρώτη από τις αγαπημένες μου που μου έρχεται στο μυαλό, είναι «Η ζωή είναι ωραία», του Ρομπέρτο Μπενίνι. Όσες φορές και να δω αυτή την ταινία, πάντα με κάνει να δακρύζω. Ο τρόπος με τον οποίο αυτός ο πατέρας, προσπαθεί να παρουσιάσει σαν ένα παιχνίδι στον γιο του, τον πόλεμο και τον εγκλεισμό τους στο στρατόπεδο συγκέντρωσης, είναι τρομερά συγκινητικός. Από τότε μάλιστα που έγινα μητέρα, με αγγίζει ακόμη περισσότερο, αφού όλοι όσοι είμαστε γονείς, και ειδικά με μικρά παιδιά, προσπαθούμε διαρκώς να τους εξασφαλίσουμε μια καθημερινότητα, πολύ πιο όμορφη από αυτήν που ζούμε εμείς οι ίδιοι, με τις συνθήκες γύρω μας να δυσκολεύουν όλο και περισσότερο. Τώρα σχετικά με την μουσική, εδώ δυσκολεύομαι πολύ να επιλέξω να σας πω ένα μόνο τραγούδι. Ακούω πάρα πολύ μουσική, εμπνέομαι πολύ από τα τραγούδια, όμως δεν υπάρχει ένα και μόνο τραγούδι που να μπορώ να σας πω, πως αυτό με εκφράζει. Ανάλογα με την ψυχολογική μου κατάσταση, μπορώ να ακούσω σχεδόν όλα τα είδη. Η μεγάλη μου αγάπη ωστόσο, είναι η καλλιτεχνική παρέα που έχουν δημιουργήσει η Νατάσσα Μποφίλιου, με τον Θέμη Καραμουρατίδη και τον Γεράσιμο Ευαγγελάτο. Ο συνδυασμός των τριών αυτών καλλιτεχνών, θεωρώ πως έχει προσφέρει καταπληκτικά και διαχρονικά τραγούδια στον χώρο της μουσικής, τα οποία προσωπικά, με αγγίζουν και με εκφράζουν απόλυτα. Αυτή την περίοδο συγκεκριμένα, που οι ήρωες του επόμενου βιβλίου τριγυρίζουν συνεχώς στο μυαλό μου, έχω κολλήσει σε τρία τραγούδια τους, τα οποία θα μπορούσα να τα χαρακτηρίσω ως … soundtrack για την ιστορία που γεννιέται μέσα μου. Αυτά είναι το «Εν λευκώ» και το «Μέχρι το τέλος» που ερμηνεύει μοναδικά η Νατάσσα Μποφίλιου και «Το δίκιο μου» που ερμηνεύει η Γιώτα Νέγκα, πάλι σε μουσική του Θέμη Καραμουρατίδη. Λένε πως οι τέχνες αλληλεπιδρούν μεταξύ τους και αυτό είναι κάτι που πιστεύω κι εγώ απόλυτα, αφού πολλές φορές, ακούγοντας κάποιο τραγούδι με όμορφους στίχους, αισθάνομαι την ψυχή μου να αιωρείται πάνω από κόσμους, στους οποίους λαχταρώ να εισχωρήσω μέσω της γραφής μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου