ΣΩΤΗΡΗΣ ΜΠΟΥΓΙΟΥΚΑΣ
για το " Η ΑΔΡΑΝΕΙΑ"
από τις εκδόσεις ΠΝΟΗ.
Όπως το σκέφτομαι τώρα, έχω την αίσθηση ότι το θέμα της «αδράνειας», με απασχολούσε κατά καιρούς από τα χρόνια της εφηβείας. Πριν απ’ την αδράνεια ωστόσο, υπήρχε πάντοτε μια διάθεση αμφιθυμίας που ερχόταν σαν κύμα αμφισβήτησης. Τι θα γινόταν αν έκανα εκείνο ή το άλλο; Κι αν έκανα το λάθος τι επρόκειτο να συμβεί; Τι θα κέρδιζα και τι θα έχανα; Αυτό το «κόλλημα» μ’ ακολουθούσε στη ζωή μου συχνά και κορυφώθηκε περίπου στην ηλικία των 30. Δεν υπήρχε φυσικά για θέματα μικρά αλλά για θέματα που όριζα σαν κεφαλαιώδη, σημαντικά. Η συγκεκριμένη στάση ζωής, άλλοτε λειτουργούσε απόλυτα και άλλοτε διακριτικά. Κάπως έτσι, όταν μού ήρθε η πολυπόθητη ιδέα, πίστεψα πως μπορούσα να γράψω την ιστορία με ευκρίνεια παρ’ ότι δεν ήταν αυτοβιογραφική και αφορούσε την ιστορία κάποιου άλλου. Αυτός ο «άλλος» αποφεύγει την επιθυμία του και επομένως τη σύγκρουση με την ελπίδα. Στην ουσία δε ζει στο παρόν αλλά σε κάποια φαντασίωση που αφορά στο μέλλον. Με λίγα λόγια, κάνει αυτό που κάνουν τόσοι και τόσοι άνθρωποι και σ’ όλες τις ηλικίες: αποστασιοποιούνται, αναλύουν και μένουν αδρανείς... Αυτό το βιβλίο αφιερώνεται κυρίως σ’ αυτούς.
«Βαριανασαίνει, σκέφτεται πράγματα θλιβερά κι η αυτοπεποίθησή του βρίσκεται στο μηδέν. Είναι τόσο βαρύ αυτό το συναίσθημα, που πρέπει κάνει κάτι επειγόντως. Πρέπει να βγει από το τούνελ αμέσως, να κάνει οτιδήποτε για να αισθανθεί καλύτερα, οτιδήποτε, τα πάντα. Ίσως να πρέπει να πάρει τηλέφωνο τους γονείς του και να κλάψει –η αξιοπρέπεια δεν παίζει ρόλο τώρα– ίσως να πρέπει να δει έναν φίλο του, ίσως να πρέπει να τηλεφωνήσει ακόμα και σ’ αυτήν· αλλά όχι, αυτό δεν μπορεί να το κάνει με τίποτα, αυτή θα είναι η απόλυτη παραδοχή της ήττας του, η απόλυτη ξεφτίλα – όχι, η ταπείνωση έχει και τα όριά της. Άλλωστε, το τελευταίο τηλεφώνημα το έκανε εκείνος τον Μάιο του ’12».
για το " Η ΑΔΡΑΝΕΙΑ"
από τις εκδόσεις ΠΝΟΗ.
Όπως το σκέφτομαι τώρα, έχω την αίσθηση ότι το θέμα της «αδράνειας», με απασχολούσε κατά καιρούς από τα χρόνια της εφηβείας. Πριν απ’ την αδράνεια ωστόσο, υπήρχε πάντοτε μια διάθεση αμφιθυμίας που ερχόταν σαν κύμα αμφισβήτησης. Τι θα γινόταν αν έκανα εκείνο ή το άλλο; Κι αν έκανα το λάθος τι επρόκειτο να συμβεί; Τι θα κέρδιζα και τι θα έχανα; Αυτό το «κόλλημα» μ’ ακολουθούσε στη ζωή μου συχνά και κορυφώθηκε περίπου στην ηλικία των 30. Δεν υπήρχε φυσικά για θέματα μικρά αλλά για θέματα που όριζα σαν κεφαλαιώδη, σημαντικά. Η συγκεκριμένη στάση ζωής, άλλοτε λειτουργούσε απόλυτα και άλλοτε διακριτικά. Κάπως έτσι, όταν μού ήρθε η πολυπόθητη ιδέα, πίστεψα πως μπορούσα να γράψω την ιστορία με ευκρίνεια παρ’ ότι δεν ήταν αυτοβιογραφική και αφορούσε την ιστορία κάποιου άλλου. Αυτός ο «άλλος» αποφεύγει την επιθυμία του και επομένως τη σύγκρουση με την ελπίδα. Στην ουσία δε ζει στο παρόν αλλά σε κάποια φαντασίωση που αφορά στο μέλλον. Με λίγα λόγια, κάνει αυτό που κάνουν τόσοι και τόσοι άνθρωποι και σ’ όλες τις ηλικίες: αποστασιοποιούνται, αναλύουν και μένουν αδρανείς... Αυτό το βιβλίο αφιερώνεται κυρίως σ’ αυτούς.
Δείτε περισσότερα για το βιβλίο και τον συγγραφέα ΕΔΩ |
«Βαριανασαίνει, σκέφτεται πράγματα θλιβερά κι η αυτοπεποίθησή του βρίσκεται στο μηδέν. Είναι τόσο βαρύ αυτό το συναίσθημα, που πρέπει κάνει κάτι επειγόντως. Πρέπει να βγει από το τούνελ αμέσως, να κάνει οτιδήποτε για να αισθανθεί καλύτερα, οτιδήποτε, τα πάντα. Ίσως να πρέπει να πάρει τηλέφωνο τους γονείς του και να κλάψει –η αξιοπρέπεια δεν παίζει ρόλο τώρα– ίσως να πρέπει να δει έναν φίλο του, ίσως να πρέπει να τηλεφωνήσει ακόμα και σ’ αυτήν· αλλά όχι, αυτό δεν μπορεί να το κάνει με τίποτα, αυτή θα είναι η απόλυτη παραδοχή της ήττας του, η απόλυτη ξεφτίλα – όχι, η ταπείνωση έχει και τα όριά της. Άλλωστε, το τελευταίο τηλεφώνημα το έκανε εκείνος τον Μάιο του ’12».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου