Η παρουσίαση του βιβλίου "ΜΗ ΜΟΥ ΛΕΣ ΑΝΤΙΟ'', στην πόλη μου Θεσσαλονίκη στις 14 Νοεμβρίου 2016,βιβλίο το οποίο προσωπικά αγάπησα(όπως και τη μεταφορά του στην μικρή οθόνη!!!), ήταν η αφορμή για την παρακάτω συζήτηση-συνέντευξη με τη συγγραφέα κ.Αναστασία Καλλιοντζή και την ευχαριστώ πολύ!!!!!
ΕΡΩΤΗΣΗ:1)Σε ποια ηλικία ήταν η πρώτη επαφή σας με το βιβλίο; Θυμάστε
το πρώτο βιβλίο που διαβάσατε;
Η πρώτη μου επαφή με βιβλία έγινε σε πολύ τρυφερή
ηλικία. Ήταν λίγο πριν γίνω τεσσάρων χρόνων. Ο αείμνηστος πατέρας μου διέβλεψε ορθά ότι ήμουν πολύ ανήσυχο
πνεύμα, κι επειδή ζήλευα που τσαλαβουτούσε στην εφημερίδα του και δεν μου έδινε
σημασία, αποφάσισε να με μάθει ο ίδιος να διαβάζω, πριν πάω στο σχολείο. Από
τότε άρχισα να διαβάζω ό,τι υπήρχε στη βιβλιοθήκη μας, περισσότερο για να
εξασκηθώ και να κάνω την έξυπνη στους μεγάλους (εδώ γελάμε). Το πρώτο βιβλίο
που διάβασα ολοκληρωμένο και το κατάλαβα και με συγκλόνισε κιόλας ήταν ένα που
έγραψε η Πηνελόπη Δέλτα, με τίτλο «Παραμύθια και Άλλα». Ήμουν εφτά χρόνων τότε.
Το πρώτο διήγημα του βιβλίου, το «Πρωτοχρονιάτικο Παραμύθι», κυριολεκτικά με σημάδεψε,
με καθόρισε σαν άνθρωπο. Και δεν υπερβάλλω.
ΕΡΩΤΗΣΗ:2) Έχετε συγκεκριμένη προτίμηση στα λογοτεχνικά σας
αναγνώσματα;
Διαβάζω τα πάντα, για να ενημερώνομαι για τις τάσεις
που επικρατούν στην εγχώρια και την παγκόσμια λογοτεχνική παραγωγή, αλλά έχω
μια αδυναμία στα αστυνομικά μυθιστορήματα και στα νουάρ. Η βασική μου
προτίμηση, ξεκούραση θα έλεγα, είναι τα βιβλία με θεολογικό περιεχόμενο-και
παρόλο που αυτά δεν συγκαταλέγονται στα λογοτεχνικά αναγνώσματα, είχα ανάγκη να
το μοιραστώ μαζί σας.
ΕΡΩΤΗΣΗ:3)Θα μπορούσατε να μου πείτε μερικούς από τους
αγαπημένους σας συγγραφείς ή σας ...βάζω δύσκολα;
Μ’ αρέσει πολύ να τους μοιράζομαι τους αγαπημένους μου
συγγραφείς! Μιχάλης Σπέγγος: καθαρή γραφή, παράξενη, θεματολογία ιδιαίτερη, με
μοναδική ικανότητα να παράγει εικόνες και να σε βάζει σε σκέψεις βαθιές.
Δημήτρης Μαμαλούκας: ο απόλυτος του νουάρ, και όχι μόνο. Αν ο Δημήτρης
εξεδίδετο στην Αμερική, θα μιλούσαμε για παγκόσμιο εκδοτικό φαινόμενο. Θάλεια
Κουνούνη: η Θάλεια έχει ένα σπάνιο χάρισμα, μια αθωότητα που θυμίζει παιδικά
χρόνια, μια γλυκύτητα απαράμιλλη. Κάθε της βιβλίο είναι ένα ταξίδι σε έναν
κόσμο ονειρικό. Στίβεν Κινγκ: δεν χρειάζεται να πω τίποτα. Παραγγέλνω από την
Αμερική κάθε του βιβλίο για να το έχω και σε hard cover. Το
χάρισμά του ξεπερνάει τα ανθρώπινα μέτρα. Ντιν Κουντς: πεθαίνω. Μπορεί να
περιγράφει ό,τι χειρότερο υπάρχει στον κόσμο, και ταυτόχρονα να ξεχειλίζει από
παντού μια πίστη στη δύναμη του καλού που δ ε ν είναι ψεύτικη, είναι βίωμά του,
και φαίνεται. Κάρσον Μακ Κάλερς: αντ’ αυτής και γι’ αυτήν μιλάει το
αριστούργημά της με τίτλο «Η καρδιά κυνηγάει μονάχη». Για να μας θυμίζει ότι η
λογοτεχνία μπορεί και πρέπει να αλλάζει τον κόσμο. Τάνα Φρεντς: για μένα, τώρα
που μιλάμε, είναι η πρωθιέρεια του αστυνομικού. Και όχι μόνο αυτό· πίσω από τις
ιστορίες της ξετυλίγεται ένας ολόκληρος κόσμος, μαγικός, που συντρέχει με τον
δικό μας και μας προκαλεί να τον ανακαλύψουμε… Σταματήστε με!
ΕΡΩΤΗΣΗ:4)Τι αποτέλεσε το έναυσμα για να ξεκινήσετε να γράφετε;
Το έναυσμα… Ειλικρινά δεν έχω ιδέα! Εκτιμώ πως ήταν
μια βαθιά ανάγκη αυτοέκφρασης που έπρεπε πάση θυσία να εκτονωθεί. Αλλά αν
μιλάμε για έναυσμα με την κυριολεκτική έννοια του όρου, έχω να σας πω μια
ιστορία: ήταν 17 Σεπτέμβρη του 1998 -θυμάμαι την ημερομηνία γιατί είναι μεγάλη
γιορτή αλλά και γιατί την κατέγραψα στο ημερολόγιο που τηρώ από παιδί- και
ήμουν σε ένα μπαρ στην Αθήνα. Νύχτα. Έτυχε να περάσει από μπροστά μου ένας πολύ
γνωστός ηθοποιός, δεν έχει σημασία το όνομά του. Το βασιλικό του παράστημα ήταν
το φιτίλι που πυροδότησε την έμπνευση για να γεννηθεί ο Μουράτ, και στη
συνέχεια να ξετυλιχτεί ολόκληρο το «Μη μου λες αντίο». Ήταν απίστευτο… δεν το
ξεχνώ ποτέ.
ΕΡΩΤΗΣΗ:5)Πώς είχε ξεκινήσει η συγγραφή του βιβλίου σας «Μη μου
λες αντίο» και γιατί επιλέξατε αυτόν τον τίτλο και αυτό το εξώφυλλο;
Μόλις παραπάνω σας διηγήθηκα τι έγινε το προηγούμενο
βράδυ πριν ξεκινήσω να γράφω. Την επομένη, λοιπόν, κυριευμένη από μια
ακατάληπτη παρόρμηση, δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ στη δουλειά μου - θυμάμαι
είχα ένα σωρό εκκρεμότητες στο γραφείο και έπρεπε οπωσδήποτε να διεκπεραιωθούν.
Πρώτη πρώτη, μια εξώδικος. Ανοίγω τον υπολογιστή μου να συντάξω επιτέλους
εκείνη την εξώδικο -την οποία σημειωτέον είχα προπληρωθεί- κι αντί γι’ αυτό…
ξεκίνησε το «Μη μου λες αντίο». Έτσι απλά, ανεξήγητα, όπως γίνονται όλα τα
μαγικά πράγματα. Μιλάμε για ποταμό, χείμαρρο, δεν μπορούσα να σταματήσω με
τίποτα! Όταν το βιβλίο ολοκληρώθηκε, το ίδιο απλά και ανεξήγητα όπως ξεκίνησε,
είχα σκοπό να το ονομάσω «Κομοτηνή». Λιτός τίτλος, στακάτος, σαν γέννημα
ελπίδας και βαριά ετυμηγορία μαζί. Όμως μια μέρα, μπροστά στην πόρτα ενός
ασανσέρ, μια αγαπημένη γυναίκα που τη λένε Γιώτα μού είπε «Τι Κομοτηνή, μωρέ;
Θα το περάσουν για ταξιδιωτικό οδηγό και δεν θα το διαβάσει κανείς. Μη μου λες αντίο.
Έτσι θα το πεις». Και έτσι το είπα. Σε ό,τι αφορά το εξώφυλλο… κάποιος
λατρεμένος άνθρωπος από το Μεταίχμιο, ίσως και όλη η ομάδα, δεν είμαι σίγουρη,
διάλεξε ένα συγκλονιστικό εξώφυλλο που παραπέμπει σε μια από τις πιο δυνατές
σκηνές του βιβλίου. Όποιος κι αν είναι ο αποφασίσας, τον ευχαριστώ και από εδώ.
ΕΡΩΤΗΣΗ:6)Ποιον ήρωα ξεχωρίζετε από τα έργα σας και γιατί;
Τους ήρωές μου τους αγαπώ όλους, δεν το συζητώ, γιατί
είναι όλοι τους παιδιά μου που τα γέννησα με κόπους και με βάσανα, μα τον Θεό,
αλλά… αυτή ακριβώς τη στιγμή η ψυχική μου διάθεση με παραπέμπει προς τον Μιχάλη
τον Μαυρέα, ήρωα του διηγήματος «Το πέρασμα» από μια συλλογή διηγημάτων μου με
γενικό τίτλο «Θυμάσαι;». Ο Μιχάλης ήταν κακοποιός του κοινού ποινικού δικαίου.
Ήταν πληρωμένος φονιάς, άνθρωπος της νύχτας, εκτελεστής συμβολαίων θανάτου. Κάποτε
οδηγήθηκε στη φυλακή, πουλημένος από αυτούς που νόμιζε για δικούς του
ανθρώπους, συνεταίρους του στις βρομοδουλειές και την ευωχία του ματωμένου
χρήματος. Κατά τη διάρκεια της μεταγωγής του σε άλλες φυλακές, σκότωσε τους
φρουρούς του και απέδρασε τραυματισμένος. Κυνηγημένος από την αστυνομία, μη
μπορώντας να συνεχίσει να τρέχει άλλο ένεκα του τραυματισμού του, αυτοκτονεί.
Εκεί θα περίμενε κανείς ότι τελειώνουν όλα. Και όμως… δεν τελειώνουν.
Τουναντίον. Τότε αρχίζουν.
ΕΡΩΤΗΣΗ:7)Υπάρχει κάποιο έργο σας που σας δυσκόλεψε στην
ολοκλήρωσή του;
Δεν μπορώ να πω ότι κάποιο με δυσκόλεψε, γιατί όταν
ανοίγει το κανάλι επικοινωνίας με τη Δύναμη που κινεί το χέρι του γραφιά -εγώ
αυτή τη Δύναμη την ομολογώ και την αποκαλώ Αγιοπνευματική Χάρι- τότε δεν
κλείνει με τίποτα παρά μόνο όταν μπει η τελεία και η παύλα στο έργο, αλλά
οφείλω να ομολογήσω ότι όλα με δυσκόλεψαν εν τη εξελίξει τους. Βλέπετε, τα
θέματα με τα οποία έχω καταπιαστεί και στα οχτώ μου βιβλία για μένα προσωπικά
ήταν όλα οδυνηρά.
ΕΡΩΤΗΣΗ:8) Έχετε ξεκινήσει να γράφετε κάτι καινούργιο;
Ναι, αλλά με ρυθμούς πολύ αργούς. Έχω την ακλόνητη
πεποίθηση ότι δεν είναι ακόμη η ώρα να παραδώσω το πόνημά μου να κυκλοφορήσει
ελεύθερο εκεί έξω. Θέλω να με δονήσει τόσο βαθιά η ανάγκη μου, ώστε να μην
μπορέσω να κάνω αλλιώς ει μη μόνον να την αποτυπώσω και να τη βγάλω από μέσα
μου. Για την ώρα παρατηρώ, σύννους, και καταγράφω… Υπόσχομαι πως πρόκειται για
κάτι πολύ δυνατό.
Διαβάζω τον βίο του Αγίου Σιλουανού του Αθωνίτου, δια
χειρός του Αρχιμανδρίτου Σωφρονίου του Έσσεξ, από τις εκδόσεις της Μονής Τιμίου
Προδρόμου. Ομολογώ εαυτήν βαθύτατα γοητευμένη από αυτή τη μεγάλη ασκητική
μορφή. Ξέρετε, ο πολύς κόσμος φαντάζεται ότι η Μοναχική ζωή είναι εύκολη, απλή,
και ότι είναι η εύκολη λύση στα προβλήματα του κοσμικού βίου. Μέγα λάθος.
Συνιστώ ανεπιφύλακτα αυτό το βιβλίο σε όλους! Θα είναι σαν να ανοίγει ένα
παράθυρο σε έναν εντελώς καινούργιο κόσμο - στην πραγματικότητα ο κόσμος αυτός
είναι τόσο παλιός όσο και η ίδια η Δημιουργία.
Ερώτηση:10)Θα ήθελα να μοιραστείτε με τους αναγνώστες του blog
μας, τη φράση που σας εκφράζει, το τραγούδι που σας αντιπροσωπεύει και την
αγαπημένη σας ταινία. Ίσως είναι περισσότερα από ένα, αλλά πείτε τα πρώτα που
σας έρχονται στο μυαλό για το καθένα από αυτά.
Η φράση που με εκφράζει εν παντί καιρώ είναι το «Δόξα
Σοι Χριστέ ο Θεός». Τη λέω αμέτρητες φορές μέσα στη μέρα και γεμίζει το στόμα
μου και η καρδιά μου ευφροσύνη! Το τραγούδι που με αντιπροσωπεύει είναι το
«Παγωνιά μες στην καρδιά», του Γιάννη Καλατζή, σε στίχους του Κώστα Κινδύνη και
μουσική του Μιχάλη Καρρά. Αγαπημένη ταινία ο «Θάνατος στη Βενετία» του Λουκίνο
Βισκόντι. Καλά είπατε, έχω πολλά αγαπημένα, και τραγούδια και ταινίες, αλλά για
να μου έρθουν στο μυαλό πρώτα αυτά, μάλλον είναι τα πιο αγαπημένα μου απ’ όλα.
Εργογραφία:
Μη μου λες αντίο, 2000.
Όλα ήταν τόσο, μα τόσο υπέροχα…, 2001.
Πες πως ήταν όνειρο, 2003.
Έσχατοι καιροί, 2005.
Θυμάσαι;, 2006.
Χαμένο χτες, 2009.
Αγαστή συνεργασία, 2010.
Παράνοια, 2011.
Δύο ιστορίες, δύο άνθρωποι που κανονικά μάλλον δε θα συναντιούνταν ποτέ· όμως η μοίρα είχε αλλιώς αποφασίσει, ήταν γραφτό. Και τους έφερε κοντά. Ανάμεσά τους αναπτύσσεται ένας μεγάλος έρωτας. Ένας έρωτας απρόβλεπτος, απόλυτος και καταλυτικός, καταστροφή αλλά και αναγέννηση, παράδεισος και κόλαση, από αυτούς τους έρωτες που είναι τόσο τέλειοι, ώστε να προκαλούν τη μήνι των θεών, ένα ασυγκράτητο πάθος που αναζητά απελπισμένα την ολοκλήρωσή του, με κάθε θυσία, με κάθε τίμημα. Κι όλα αυτά με φόντο την πόλη της Κομοτηνής, μιας πόλης ερωτικής, που όσοι πέρασαν από εκεί, έστω και για λίγο, την κουβαλάνε πάντα μέσα τους και νιώθουν παντοτινά αποτυπωμένο σε κάθε μόριο του κορμιού τους το άρωμα Ανατολής που αποπνέει.
Καλό σας ταξίδι στον ονειρικό κόσμο των μυστικών, καλά κρυμμένων πόθων.
Το βιβλίο μεταφέρθηκε στη μικρή οθόνη από τον σκηνοθέτη Μανούσο Μανουσάκη και πρωταγωνιστές τη Θάλεια Ματίκα και τον Μέμο Μπεγνή.
Τεκεια συνεντευξη
ΑπάντησηΔιαγραφή